Αρκεί να κάνει κανείς μια βόλτα στον τόπο μας και στα γύρω χωριά, να παρατηρήσει προσεκτικά τη γεωμορφολογία του εδάφους, τον κάμπο, τους λόφους, το ποτάμι, για να καταλάβει ότι αυτή η περιοχή κατοικούνταν από πολύ παλιά. Εάν δε κάνει κανείς τη βόλτα του μετά από βροχή, θα βρεί κομμάτια αρχαίας κεραμικής (όστρακα στην αρχαιολογική γλώσσα), διαφόρων εποχών, που μαρτυρούν τη συνεχή κατοίκηση του τόπου μας από αρχαιοτάτων χρόνων, από τη Νεολιθική εποχή (7.000 π.Χ.) έως και την εποχή της Τουρκοκρατίας (19ος αι.) Ο Κάμπος είναι σπαρμένος όχι μόνο από βαμβάκια και στάρια αλλά και από λείψανα οικισμών, τείχη και άλλα ευρήματα, που μας δείχνουν τη σπουδαιότητα αυτής της περιοχής της Θεσσαλίας, που όπως αναφέρει ο Όμηρος στην Ιλιάδα, συμμετείχε στον Τρωϊκό πόλεμο με πλοία από δύο πόλεις το Αστέριο και το Τιτάνιο (το όνομα της πόλης είναι ίδιο με το όνομα του όρους Τιτάνιο).
Ας κάνουμε λοιπόν μαζί μια βόλτα μέχρι τη γειτονική Συκεώνα, να δούμε τί ανακάλυψαν οι αρχαιολόγοι, τί κατέστρεψαν οι αρχαιοκάπηλοι, ποιά είναι η ιστορία που μας διηγούνται τα χώματά μας και τι μας άφησαν κληρονομιά οι πρόγονοί μας.
Πρώτη στάση: «Κάστρο» Συκεώνας.
Βόρεια του χωριού Συκεώνα, βλέπουμε τους χαμηλούς λόφους του όρους Τιτάνιο (Δοβρούτς). Ακόμα κι ο πιο αδαής από μας καταλαβαίνει ότι κάτι συμβαίνει μόνο και μόνο ακούγοντας το όνομα της θέσης «Κάστρο». Η θέση είναι περίοπτη και ήταν ιδανική για κατοίκηση, διότι ελέγχει τις διαβάσεις από την πεδιάδα της Καρδίτσας προς την πεδιάδα της Λάρισας δια μέσου των λόφων του Τιτάνιου όρους. Σήμερα η οδός Καρδίτσας - Λάρισας διέρχεται μέσα από τους λόφους που αποτελούνται από κρυσταλλοσχιστώδη πετρώματα. Το 1980 είχε συλλεχθεί κεραμική μέσης εποχής χαλκού και ιστορικών χρόνων από αυτή τη θέση. Επάνω στο λόφο και γύρω από αυτόν διακρίνεται έντονο στεφάνι που πιθανώς περικλείει οχυρωματικό περίβολο, στον οποίο ίσως οφείλεται και η ονομασία της θέσης.
Νοτιοανατολικά, πάνω στην κορυφή και στην επιφάνεια του εδάφους διαπιστώθηκε η ύπαρξη αρχιτεκτονικών λειψάνων και κεράμων Ελληνιστικής εποχής (3ος αι. π.Χ). Επειδή ο χώρος ήταν διάσπαρτος από τομές λαθρανασκαφέων, ήταν απόλυτη ανάγκη να διενεργηθεί δοκιμαστική έρευνα δηλ. να γίνουν δοκιμαστικές ανασκαφές και σκάβοντας δειγματοληπτικά οι αρχαιολόγοι να δούν τα ευρήματα που θα δώσει ο χώρος. Στο παρελθόν οι ιδιοκτήτες της χορτολιβαδικής έκτασης είχαν προχωρήσει στην καλλιέργεια του εδάφους, με αποτέλεσμα να καταστραφούν σε σημαντικό βαθμό τα αρχαία αρχιτεκτονικά λείψανα.
Παρ’ όλα αυτά οι ανασκαφικές τομές έγιναν στο ΝΑ λόφο και μετά τον καθαρισμό της ελάχιστης επιφανειακής επίχωσης αποκαλύφθηκαν κομμάτια κεραμίδων στέγης διασκορπισμένα στην έκταση που θα κατελάμβανε ένα κτίσμα, προφανώς ύστερα από καταστροφή της στέγης του. Ορισμένες κεραμίδες είχαν πάνω τους σφραγίσματα και μερικά από αυτά είχαν το όνομα «ΦΙΛΟΞΕΝΟΥ». Κατά τη διάρκεια των ανασκαφικών ερευνών ήρθε στην επιφάνεια τμήμα μεγάλου κτιρίου της κλασικής εποχής (5ος – 4ος αι. π.Χ.), το οποίο σώζεται στο ύψος της θεμελίωσης Πολλές από τις πέτρες των τοίχων ήταν διασκορπισμένες στην επιφάνεια του εδάφους.
Επίσης κατά τη διάρκεια της δοκιμαστικής ανασκαφικής έρευνας αποκαλύφθηκαν τα λείψανα μεγάλου δημόσιου κτιρίου των ιστορικών χρόνων (6ος – 3ος αι. π.Χ) με κολόνες εσωτερικά. Οι τοίχοι, στο επίπεδο της θεμελίωσης, ήταν κτισμένοι με μεγάλες πλακαρές πέτρες από σχιστόλιθο. Για να καταλάβουμε τις μεγάλες διαστάσεις του σκεφτείτε πως το μήκος του ενός τοίχου έφθανε τα 17 μ. περίπου και το πλάτος του τα 1,10 μ., χωρίς να έχει ολοκληρωθεί η αποκάλυψη των άκρων του, ενώ το σωζόμενο μήκος του άλλου τοίχου έφθανε τα 9,20 μ. και το πλάτος του το 1μ. περίπου. Η απόσταση ανάμεσα στους δύο τοίχους είναι 6,40 μ.. Στο μέσον του πλάτους του κτιρίου, κατά μήκος του επιμήκους άξονά του, υπάρχουν έξι τετράγωνες βάσεις από πρασινοκίτρινο ψαμμίτη λίθο, στις οποίες θα στηρίζονταν μάλλον ξύλινες κολώνες που υποβάσταζαν την ξυλοκατασκευή της στέγης. Ανάλογες βάσεις από ίδιο υλικό υπάρχουν στο ναό του Απόλλωνα στο Μοσχάτο του νομού Καρδίτσας.
Στην ανασκαφή αυτού του κτιρίου βρέθηκαν πολλά κεραμικά 5ου και 4ου αι. π.Χ. (κλασικών χρόνων), τμήματα ειδωλίων 6ου έως και 3ου αι. π.Χ. (αρχαϊκών ως και ελληνιστικών χρόνων), πηνία (καρούλια), ενεπίγραφες κεραμίδες και χάλκινα νομίσματα 4ου και 3ου αι. π.Χ. (όπως της γειτονικής αρχαίας πόλης Κραννώνος). Στα χάλκινα αντικείμενα περιλαμβάνονται και ορισμένα καρφιά - άγκιστρα. Ανάλογα παραδείγματα έχουν βρεθεί στην Όλυνθο στη Μακεδονία και στο ναό της Αφαίας Αθηνάς στην Αίγινα.
Η από εδώ και πέρα ανασκαφική έρευνα θα βοηθήσει να καταλάβουμε αν πρόκειται για ναό ή κάποιο άλλο δημόσιο οικοδόμημα.
Αμέσως κάτω από αυτό το κτίριο των ιστορικών χρόνων, το οποίο μάλιστα σε ορισμένα μέρη πατάει επάνω του, αποκαλύφθηκε τμήμα κτιρίου της εποχής του χαλκού (3.000 π.Χ. – 1.100 π.Χ). Η επίχωση, στο μεγαλύτερο τμήμα της έκτασης που ανασκάφηκε, ήταν διαταραγμένη από τους λάκκους των αρχαιοκαπήλων.
Από το κτίριο αυτό έχουν εντοπιστεί τμήματα από τρείς τοίχους του, που το μεγαλύτερο έχει μήκος 6,20 μ. και πλάτος μισό μέτρο και είναι κατασκευασμένο από μικρές μη επεξεργασμένες πέτρες. Εσωτερικά του τοίχου υπήρχε πηλόχωμα, πράγμα που μας κάνει να φανταστούμε πως μάλλον η κατασκευή της ανωδομής ήταν με πλιθιά. Στο μέσον του επιμήκους τοίχου, βρέθηκαν στην αρχική τους θέση (in situ) τρία αποθηκευτικά πιθοειδή αγγεία. Στον ίδιο χώρο, καθαρίστηκαν δύο λίθινες κατασκευές, από τις οποίες η μία αναγνωρίστηκε ως εστία. Το δάπεδο του κτιρίου ήταν από πατημένο χώμα.
Αν και η ανασκαφική έρευνα δεν έχει ολοκληρωθεί και τα αρχιτεκτονικά λείψανα είναι αποσπασματικά, ωστόσο νομίζουμε ότι έχουμε εδώ τα στοιχεία ενός κτιρίου της μέσης εποχής του χαλκού, το οποίο διέθετε μεσοτοιχία που το χώριζε σε τρεις εσωτερικούς χώρους.
Από την κεραμική που περισυλλέχθηκε κατά το παρελθόν αλλά και από τα ευρήματα της ανασκαφής φαίνεται πως οι κάτοικοι του Κάστρου ασχολούνταν έντονα με την κατασκευή πήλινων αγγείων γιατί βρέθηκαν πολλά και ποικίλα τέτοια αγγεία. Τα περισσότερα πάντως είναι τραχιά χειροποίητα πιθοειδή οικιακά σκεύη για την αποθήκευση καρπών ή το μαγείρεμα, καθώς και μικρά αγγεία με δύο λαβές που χρησιμοποιούνταν για να πίνουν νερό ή κρασί (δίωτοι σκύφοι). Στην περίπτωση του Κάστρου Συκεώνος ένας δίωτος σκύφος έκλεινε το στόμιο ενός από τα πιθοειδή αγγεία, τα οποία έχουν στενή βάση, ωοειδές σώμα, ευρύ στόμιο και χείλος που γέρνει προς τα έξω, σχήμα δημοφιλές σε αυτή την περίοδο, με ανάλογα παραδείγματα σε άλλες θέσεις, όπως π.χ. στην Ασπίδα Άργους.
Βρέθηκαν επίσης αντικείμενα όπως μια μεγάλη πυραμιδοειδής αγνύθα, σφονδύλια, αγκυρόσχημα ειδώλια ή βάρη φτιαγμένα από πηλό και διάφορα τμήματα εργαλείων φτιαγμένα από πέτρα, καθώς επίσης και λίγα απολεπίσματα από πυριτόλιθο.
Βλέπουμε λοιπόν ότι το Κάστρο Συκεώνος κατοικείται ανελλιπώς από το 3.000 π.Χ. περίπου μέχρι και τον 3ο αι. π.Χ.
Την επόμενη φορά θα κάνουμε μία στάση στον Προϊστορικό οικισμό της Συκεώνας....
Τα καταγραφόμενα νεώτερα μνημεία του δήμου είναι στην Ιτέα η τοξωτή γέφυρα, στην Αστρίτσα το κονάκι Κοέν, που αποτελεί ιδιοκτησία του ιδιώτη Α. Καραγιώτα, στο Πέτρινο ένα τούρκικο κονάκι στο κέντρο του χωριού καθώς και το σπήλαιο Δρακότρυπας στο λόφο Γκόρμπα....
ΑπάντησηΔιαγραφή