Δεν υπήρχε παιδί στο Κουτσιαρί, στα χρόνια της αθωότητας να μην έχει πιάσει στα χέρια του λάστιχο και να μην έχει κυνηγήσει με αυτό πουλιά.
Και μιλάμε για τα αγόρια, που ξυπόλητα, με κοντά παντελονάκια, τις τσέπες γεμάτες πετραδάκια και το λάστιχο κρεμασμένο στο λαιμό να ξεχύνονταν στην εξοχή για το κυνήγι.
Το λάστιχο ή σφεντόνα όπως πολλοί το έλεγαν ήταν ένα αυτοσχέδιο παιδικό παιχνίδι - όπλο, που το κατασκεύαζαν τα ίδια τα παιδιά.
Αποτελούνταν από μια «φούρκα» ένα ξύλινο κλαδί συνήθως λυγαριάς, που είχε τη μορφή του κεφαλαίου ύψιλον ελληνικό (Υ), δυο λάστιχα προσαρμοσμένα από το ένα άκρο στα δύο άνω σκέλη της φούρκας και ένα πετσί που ήταν προσαρμοσμένο στα άλλα δύο άκρα από τα λάστιχα.
Για τη φούρκα φρόντιζαν από νωρίτερα.
Έβρισκαν κάπου εκεί το ιδανικότερο κλαδί λυγαριάς, το έκοβαν και έδεναν τους δύο κλώνους με σύρμα.
Στη συνέχεια, καψάλιζαν τη φούρκα στη φωτιά και αυτή έπαιρνε ένα στρόγγυλο σχήμα κατάλληλο για τη σφεντόνα.
Από κάποιο παλιό παπούτσι ή από κάποια δερμάτινη ζώνη έκοβαν και έφτιαχναν το πετσί. Αγόραζαν και το λάστιχο από το μπακάλικο και στη συνέχεια ένωναν τις δύο μάνες λάστιχου, με τις δύο άκρες της φούρκας και με τις δύο τρύπες του πετσιού.
Μάζευαν και τις κατάλληλες μικρές και στρόγγυλες πέτρες από το ποτάμι και έτσι η σφεντόνα ήταν έτοιμη για κυνήγι.
Ο μικρός κυνηγός, κρατούσε με το ένα χέρι τη φούρκα και με το άλλο κρατούσε το πετσί, μέσα στο οποίο έβαζε ένα στρόγγυλο χαλίκι.
Όταν έβλεπε το στόχο του, συνήθως ήταν σπουργίτια, κοτσίφια, τσούπια, και άλλα μικρόσωμα πουλιά, σημάδευε και αφού τραβούσε πρώτα πίσω το πετσί με το χαλίκι, εκσφενδόνιζε και έριχνε προς τον στόχο του.
Η χαρά του μικρού κυνηγού ήταν απερίγραπτη όταν πετύχαινε το στόχο του και έβλεπε το πουλάκι να πέφτει κάτω. Όμως και να μην πετύχαινε το στόχο του πάλι η χαρά ήταν μεγάλη, γιατί είχε την ευκαιρία να βγει στη φύση, να παίξει, να κυνηγήσει, να ονειρευτεί….
Και μιλάμε για τα αγόρια, που ξυπόλητα, με κοντά παντελονάκια, τις τσέπες γεμάτες πετραδάκια και το λάστιχο κρεμασμένο στο λαιμό να ξεχύνονταν στην εξοχή για το κυνήγι.
Το λάστιχο ή σφεντόνα όπως πολλοί το έλεγαν ήταν ένα αυτοσχέδιο παιδικό παιχνίδι - όπλο, που το κατασκεύαζαν τα ίδια τα παιδιά.
Αποτελούνταν από μια «φούρκα» ένα ξύλινο κλαδί συνήθως λυγαριάς, που είχε τη μορφή του κεφαλαίου ύψιλον ελληνικό (Υ), δυο λάστιχα προσαρμοσμένα από το ένα άκρο στα δύο άνω σκέλη της φούρκας και ένα πετσί που ήταν προσαρμοσμένο στα άλλα δύο άκρα από τα λάστιχα.
Για τη φούρκα φρόντιζαν από νωρίτερα.
Έβρισκαν κάπου εκεί το ιδανικότερο κλαδί λυγαριάς, το έκοβαν και έδεναν τους δύο κλώνους με σύρμα.
Στη συνέχεια, καψάλιζαν τη φούρκα στη φωτιά και αυτή έπαιρνε ένα στρόγγυλο σχήμα κατάλληλο για τη σφεντόνα.
Από κάποιο παλιό παπούτσι ή από κάποια δερμάτινη ζώνη έκοβαν και έφτιαχναν το πετσί. Αγόραζαν και το λάστιχο από το μπακάλικο και στη συνέχεια ένωναν τις δύο μάνες λάστιχου, με τις δύο άκρες της φούρκας και με τις δύο τρύπες του πετσιού.
Μάζευαν και τις κατάλληλες μικρές και στρόγγυλες πέτρες από το ποτάμι και έτσι η σφεντόνα ήταν έτοιμη για κυνήγι.
Ο μικρός κυνηγός, κρατούσε με το ένα χέρι τη φούρκα και με το άλλο κρατούσε το πετσί, μέσα στο οποίο έβαζε ένα στρόγγυλο χαλίκι.
Όταν έβλεπε το στόχο του, συνήθως ήταν σπουργίτια, κοτσίφια, τσούπια, και άλλα μικρόσωμα πουλιά, σημάδευε και αφού τραβούσε πρώτα πίσω το πετσί με το χαλίκι, εκσφενδόνιζε και έριχνε προς τον στόχο του.
Η χαρά του μικρού κυνηγού ήταν απερίγραπτη όταν πετύχαινε το στόχο του και έβλεπε το πουλάκι να πέφτει κάτω. Όμως και να μην πετύχαινε το στόχο του πάλι η χαρά ήταν μεγάλη, γιατί είχε την ευκαιρία να βγει στη φύση, να παίξει, να κυνηγήσει, να ονειρευτεί….
ΟΤΑΝ ΕΦΤΙΑΞΑ ΤΗΝ ΠΡΩΤΗ ΜΟΥ ΣΦΕΝΤΟΝΑ ΠΕΤΟΥΣΑ ΑΠ ΤΗΝ ΧΑΡΑ ΜΟΥ
ΑπάντησηΔιαγραφή