Ο Οδυσσέας Ελύτης έγραψε κάτι που μου έδωσε απάντηση στο γιατί δεν θυμόμουνα πολλές λεπτομέρειες απ τη ζωή με τους συμμαθητές μου στο Σχολείο (6 τάξεις) Ιτέας τις χρονιές 1966 - 1972.
Έγραψε:
«Με την κάθε μέρα που ζούμε γινόμαστε άθελά μας εκατομμυριούχοι θραυσμάτων από εικόνες που γεννάει το μέσα μας ασήμαντον. Όποιος δεν έτυχε να δει ποτέ του με πόση γοργάδα και χάρη ανεβοκατεβαίνει μέρα νύχτα και συναποκομίζει από το έδαφος άπειρα μικροπραγματάκια, σποράκια, πετρίτσες, φυλλαράκια, πευκοβελόνες, άχυρα και πούπουλα, μια μητέρα νεοσσών, ώστε να μπορέσει να στεγάσει τα παιδιά της. όποιος δεν ξύπνησε τ' άλλο πρωί να βρει μια φωλιά στο γείσο της ταράτσας του και να σαστίσει απ' αυτό το στιγμιαίο μήνυμα ζωής και μαγικής μαστοριάς, δεν θα μπορέσει ποτέ να καταλάβει πώς με το ίδιο τιποτένιο υλικό, αποκόμματα εικονογραφημένων περιοδικών, κάποτε και βιβλίων, μπορεί να φτάσει κανείς με μια ανάλογη μαγική μαστοριά στην τεχνική της συνεικόνας…»
«Εκατομμυριούχοι θραυσμάτων από εικόνες» 42 χρόνια μετά το 1972, όταν πήραμε απολυτήριο για να ξαναθυμηθώ αυτό «που ήμασταν τότε».
Μια συνεικόνα, ένα περίεργο κολάζ, ένα δύσκολο παζλ να θυμηθώ κάτι, που σαν πόρτα περίμενε να την ανοίξω και με μιας να δω το 1966, το 1968, το 1972…
Εκεί μεταξύ (1966 - 1972) καθώς τις Κυριακές παίζαμε μπάλα στις αλάνες, πρωτακούσαμε τραγούδια που άφησαν εποχή κάτι σαν μουσική υπόκρουση στο έργο της ζωής μας.
Ήταν το 1966 όταν πρωτακούσαμε απο τα τζούκ-μπόξ της εποχής και πρωτοτραγουδήσαμε «Τον τρόπο» των Olympians με τον Πασχάλη, το «Αν σ' αρνηθώ αγάπη μου», το «Άπονη ζωή», «Το αστέρι του Βοριά», το «Βράχο - βράχο τον καημό μου», το «Βρέχει στη φτωχογειτονιά», τη «Δραπετσώνα», το «Είμαι αϊτός χωρίς φτερά», το «Ένα αστέρι πέφτει - πέφτει», το «Ένα το χελιδόνι», το «Κάθε λιμάνι και καημός», το «Μαντολίνο» του Χατζιδάκι και το «Μαργαρίτα - Μαργαρώ», το «Τα ματόκλαδά σου λάμπουν», το «Μέρα Μαγιού μου μίσεψες», το «Μια αγάπη για το καλοκαίρι», το «Περασμένες μου αγάπες», το «Πες μου μια λέξη» με τον Χορν, το «Στην ποταμιά σωπαίνει το κανόνι» το «Το περιγιάλι το κρυφό», το «Τα τρένα που φύγαν» κ.ά…
Ακούσαμε για πρώτη φορά ό,τι καλύτερο εμπνεύστηκε για αγώνες και ζωή ο Μίκης Θεοδωράκης, και ό,τι ωραίο, ερωτικό και ρομαντικό ο Μάνος Χατζιδάκις.
Ταινίες του Ελληνικού Κινηματογράφου, που δείχνουν ακόμα στην TV, πρωτοείδαμε με τους συμμαθητές μου στο θερινό σινεμά του χωριού μας...
Είδαμε τον «Ηλία του 16ου» με τον Κ. Χατζηχρήστο, τον «Ίλιγγο» με την Ζωή Λάσκαρη, είδαμε «Το χώμα που βάφτηκε κόκκινο» με τον Ν. Κούρκουλο και τον Βόγλη, την «Ηλέκτρα», «Τα κόκκινα φανάρια, το «Η γυνή να φοβάται τον άνδρα» με την Μάρω Κοντού και τον Γ. Κωνσταντίνου, κ.ά.
Δεν μπορώ να πάρω τα πράγματα με τη σειρά, και πώς να χωρέσω τόσες ζωές σε λίγες σελίδες! Θραύσματα εικόνων σ' ένα περίεργο κολάζ, με τίτλο «Η μαθητική ζωή μου στήν Ιτέα»
Ίσως κάποιοι άλλοι να βλέπουν πράγματα που μοιάζουν ή και να μη λένε τίποτε γι αυτούς.
Για μένα και τους συμμαθητές μου, η ζωή στο Σχολείο ήταν πολλά μαζί πέραν της Σχολικής θητείας.
Δεν είχαμε σχολικά λεωφορεία. και ζούσαμε πολλοί μαζί σ' ένα μικρό χώρο.
Ήταν οι δρόμοι, τα πρόσωπα, οι αλάνες οι γειτονιές.
Ήταν οι μπάλες και τα τόπια. Πάνινες, νάιλον, μικρές και μεγάλες, που βόλευαν στα στριφτά εσωτερικά ή εξωτερικά σουτ, που φουσκώναμε με τρόμπες απο ποδήλατα.
Ήταν οι μπίλιες από τα ρουλεμάν που φτιάχναμε τα πατίνια.
Παίζαμε ποδόσφαιρο, βόλους, μακριά γαϊδούρα, κρυφτό, κυνηγητό, φτιάχναμε «λάστιχα» (σφεντόνες), ανεβαίναμε σε δέντρα, μαζεύαμε σε άλμπουμ μικρές φωτογραφίες ηθοποιών και ποδοσφαιριστών χάρτινες. Κοιτάζαμε τα κορίτσια που έπαιζαν σχοινάκι, κουτσό, «γκέο βαγκέο», και «Δεν περνάς κυρά Μαρία».
Για δοκάρια βάζαμε μεγάλες πέτρες δεξιά - αριστερά ή σωρό από μικρές πέτρες, που κάποτε μ΄αυτές όταν τσακωνόμασταν σπάγαμε κεφάλια... σχεδόν όλοι είχαμε "καρούμπαλα" σημάδια στα κουρεμένα κεφάλια μας.
Γύφτοι πούλαγαν καρπούζια, χαλιά, κατσαρόλες, σούβλες...
Δοσατζήδες πέρναγαν για δόσεις.
Λευκά είδη, σεντόνια πετσέτες πούλαγαν πλανόδιοι, που θύμιζαν Νίκο Σταυρίδη, Θανάση Βέγγο, Βασίλη Αυλωνίτη, Μίμη Φωτόπουλο.
Πετάγαμε αετούς που φτιάχναμε μόνοι μας απ' το χαρτί ώς τα ζύγια.
Προλάβαμε ψυγεία με πάγο.
Τις Κυριακές τρώγαμε παστέλια, καραμέλες, μήλα (καραμέλα κόκκινη), σάμαλι, μπακλαβά, ραβανί, και στον σινεμά ή το γήπεδο αγοράζαμε πασατέμπο και πετσαλούδες (ποπ-κόρν).
Πολλοί συμμαθητές μου δούλευαν μετά το Σχολείο τα καλοκαίρια σε κουρείο, μπακάλικο κ.α.
Τις Κυριακές πηγαίναμε εκκλησία σε ομάδες και απογεύματα κατηχητικό, στον "Αγιο Αθανάσιο".
Τα πρωινά στα Σχολεία καθημερινά κάναμε προσευχή και έπαρση της σημαίας.
Είχε και κάρα με άλογο το χωριό μας.
Είχε και κομμουνιστές, και εθνικιστές και αντιστασιακούς και χωροφύλακες.
Θυμάμαι και συμμαθητές μου που κοιτάζαμε μπροστά στόν θερινό κινηματογράφο τα «ΠΡΟΣΕΧΩΣ» και τις αφίσες με την Άννα Φόνσου, τον Νίκο Κούρκουλο, τον Αλέκο Αλεξανδράκη, τη Ζωή Λάσκαρη, τη Βουγιουκλάκη.
Θυμάμαι ότι είχαμε όλοι παρατσούκλια και δεν λέγαμε γεια σου «Σάκη» ή «Κώστα», αλλά γεια σου «Κύρο», «Μούλο», «Τσιτσιρίγκα», «Τσιαμπά», «Τσιούκα», «Πεπίτο» κ.α...
Εμένα δεν ξέρω γιατί αλλά δεν με είχαν βγάλει παρατσούκλι...
Φροντιστήριο δεν υπήρχε τότε.
Πολλά παιδιά είχαν «πoδήλατo» και όπως έτρεχαν στις γειτονιές αισθάνονταν την υπέροχη μυρωδιά από μαγειρεμένα φαγητά και κυρίως τις Κυριακές μακαρόνια με κρέας, ή κρέας με πατάτες στο φούρνο.
Δεν είχαμε πιστωτικές κάρτες, αλλά τον πρόγονό τους το «δεφτέρι» (μπλοκάκι) που γράφαμε τα ψώνια, και κάθε Σάββατο τα πλήρωνε όλα ο πατέρας.
Ομάδες μας εκτός από Παναθηναϊκός, Ολυμπιακός, και Αεκ ήταν και ο "Ενιππέας" του χωριού μας. Ποδοσφαιρικούς αγώνες ακούγαμε τις Κυριακές τα απογεύματα σ ένα περίπτερο, η σε ένα καφενείο του χωριού μαζεμένοι όλοι μαζί (λίγοι είχαν ράδιο τότε) τρώγοντας παγωτό και πίνοντας την πορτοκαλάδα μας.
Όταν αρρωσταίναμε, μας έβαζαν ζεστό λάδι στο αφτί από το καντήλι και ενέσεις μας έκαναν κάποιες γειτόνισσες.
Μας έριχναν βεντούζες και μας «ξεμάτιαζαν».
Μας έστελναν κατασκηνώσεις να πάρουμε κιλά, και τα μπογαλάκια μας μέσα σε ένα χαρτονένιο κουτί απο NESTLE ή ΝΟΥΝΟΥ.
Πηγαίναμε σε γιορτές (όπου γιόρταζαν δηλαδή) για να πάρουμε γλυκό.
Αναγνωρίζαμε ποιός είχε γιορτή από το αναμμένο φως και την ανοιχτή πόρτα.
«Χρόνια Πολλά», μας έδιναν γλυκό και φεύγαμε...
Εκείνο τον καιρό βάζαμε «μπριγιόλ» στα μαλλιά και λεμόνι για να στέκονται...
Τα μικρότερα άφηναν «φούντα»και τα μεγαλύτερα παλιά στο Γυμνάσιο φορούσαν καπέλα (πηλίκια) με κουκουβάγια μπροστά.
Όσοι από μας «ψιλοερωτευόμασταν» εξ αποστάσεως φυσικά, χαιρόμασταν ν αλλάζουμε ματιές με νόημα στο δρόμο, στον κινηματογράφο, στο «κουρτινάκι που κουνιότανε» και στην εκκλησία όταν οι ψαλτάδες έλεγαν το «Αι γενεαί αι πάσαι»...
Πέρναγε ο Επιτάφιος και για κάποιους ερωτευμένους άνθιζαν οι Πασχαλιές, ο Απρίλης και ο Μάϊος με όλα τα λουλούδια τους άγρια και ήμερα...
Παρατήρησα ότι οι περισσότεροι δεν αλλάξαμε σε τίποτα σαν χαρακτήρες.
Οι καλοί μαθητές, οι λουφαδόροι, οι τεμπέληδες, οι εργατικοί, οι μάγκες, οι σπασίκλες, τα Χριστιανόπουλα, τα βουτυρόπαιδα, τα εργατάκια, οι γλύφτες και οι επαναστάτες του χθες έτσι παραμένουν και σήμερα.
Θάλεγα πως η τάξη μου (ίσως να συμβαίνει με όλες) «ξέσκισε» όλα τα πτυχία και τα συγγράμματα, που γράφτηκαν γύρω από το αν οι άνθρωποι γεννιούνται ή φτιάχνονται, και τις θεωρίες περί καλλιέργειας, παιδείας και χαρακτήρων, και ότι μάλλον έτσι γεννηθήκαμε και παραμένουμε, αφού δεν αλλάξαμε το μέσα μας και πολύ...
Αφιερωμένο στούς συμμαθητές μου:
Σάκη Ντάλλα, Γιώργο Αναστασίου, Πόπη Βελεσιώτη, Τασία Καναρά, Θωμαή Καναρά, Ολγα Χήρα, Ευγενία Κοντοβάϊου, Λίτσα Ζώνα, Βίκη Μανώλη, Βάϊα Παπακυρίτση, Τασία Χήρα, Ρένα Αναστασίου, Βάϊα Λύτρα, Αλέκο Μανώλη, Θάλεια Γιαννάκου, Ρένα Ανδρεάδη, Σάκη Γιαννάκο, Θάνο Μακρή, Βαϊο Λύτρα, Κώστα Κοντοβάϊο, Σωτήρη Καπνιά, Αννα Μακρή, και Γιώργο Μακρή.
Παύλος Σαμαράς
Έγραψε:
«Με την κάθε μέρα που ζούμε γινόμαστε άθελά μας εκατομμυριούχοι θραυσμάτων από εικόνες που γεννάει το μέσα μας ασήμαντον. Όποιος δεν έτυχε να δει ποτέ του με πόση γοργάδα και χάρη ανεβοκατεβαίνει μέρα νύχτα και συναποκομίζει από το έδαφος άπειρα μικροπραγματάκια, σποράκια, πετρίτσες, φυλλαράκια, πευκοβελόνες, άχυρα και πούπουλα, μια μητέρα νεοσσών, ώστε να μπορέσει να στεγάσει τα παιδιά της. όποιος δεν ξύπνησε τ' άλλο πρωί να βρει μια φωλιά στο γείσο της ταράτσας του και να σαστίσει απ' αυτό το στιγμιαίο μήνυμα ζωής και μαγικής μαστοριάς, δεν θα μπορέσει ποτέ να καταλάβει πώς με το ίδιο τιποτένιο υλικό, αποκόμματα εικονογραφημένων περιοδικών, κάποτε και βιβλίων, μπορεί να φτάσει κανείς με μια ανάλογη μαγική μαστοριά στην τεχνική της συνεικόνας…»
«Εκατομμυριούχοι θραυσμάτων από εικόνες» 42 χρόνια μετά το 1972, όταν πήραμε απολυτήριο για να ξαναθυμηθώ αυτό «που ήμασταν τότε».
Μια συνεικόνα, ένα περίεργο κολάζ, ένα δύσκολο παζλ να θυμηθώ κάτι, που σαν πόρτα περίμενε να την ανοίξω και με μιας να δω το 1966, το 1968, το 1972…
Εκεί μεταξύ (1966 - 1972) καθώς τις Κυριακές παίζαμε μπάλα στις αλάνες, πρωτακούσαμε τραγούδια που άφησαν εποχή κάτι σαν μουσική υπόκρουση στο έργο της ζωής μας.
Ήταν το 1966 όταν πρωτακούσαμε απο τα τζούκ-μπόξ της εποχής και πρωτοτραγουδήσαμε «Τον τρόπο» των Olympians με τον Πασχάλη, το «Αν σ' αρνηθώ αγάπη μου», το «Άπονη ζωή», «Το αστέρι του Βοριά», το «Βράχο - βράχο τον καημό μου», το «Βρέχει στη φτωχογειτονιά», τη «Δραπετσώνα», το «Είμαι αϊτός χωρίς φτερά», το «Ένα αστέρι πέφτει - πέφτει», το «Ένα το χελιδόνι», το «Κάθε λιμάνι και καημός», το «Μαντολίνο» του Χατζιδάκι και το «Μαργαρίτα - Μαργαρώ», το «Τα ματόκλαδά σου λάμπουν», το «Μέρα Μαγιού μου μίσεψες», το «Μια αγάπη για το καλοκαίρι», το «Περασμένες μου αγάπες», το «Πες μου μια λέξη» με τον Χορν, το «Στην ποταμιά σωπαίνει το κανόνι» το «Το περιγιάλι το κρυφό», το «Τα τρένα που φύγαν» κ.ά…
Ακούσαμε για πρώτη φορά ό,τι καλύτερο εμπνεύστηκε για αγώνες και ζωή ο Μίκης Θεοδωράκης, και ό,τι ωραίο, ερωτικό και ρομαντικό ο Μάνος Χατζιδάκις.
Ταινίες του Ελληνικού Κινηματογράφου, που δείχνουν ακόμα στην TV, πρωτοείδαμε με τους συμμαθητές μου στο θερινό σινεμά του χωριού μας...
Είδαμε τον «Ηλία του 16ου» με τον Κ. Χατζηχρήστο, τον «Ίλιγγο» με την Ζωή Λάσκαρη, είδαμε «Το χώμα που βάφτηκε κόκκινο» με τον Ν. Κούρκουλο και τον Βόγλη, την «Ηλέκτρα», «Τα κόκκινα φανάρια, το «Η γυνή να φοβάται τον άνδρα» με την Μάρω Κοντού και τον Γ. Κωνσταντίνου, κ.ά.
Δεν μπορώ να πάρω τα πράγματα με τη σειρά, και πώς να χωρέσω τόσες ζωές σε λίγες σελίδες! Θραύσματα εικόνων σ' ένα περίεργο κολάζ, με τίτλο «Η μαθητική ζωή μου στήν Ιτέα»
Ίσως κάποιοι άλλοι να βλέπουν πράγματα που μοιάζουν ή και να μη λένε τίποτε γι αυτούς.
Για μένα και τους συμμαθητές μου, η ζωή στο Σχολείο ήταν πολλά μαζί πέραν της Σχολικής θητείας.
Δεν είχαμε σχολικά λεωφορεία. και ζούσαμε πολλοί μαζί σ' ένα μικρό χώρο.
Ήταν οι δρόμοι, τα πρόσωπα, οι αλάνες οι γειτονιές.
Ήταν οι μπάλες και τα τόπια. Πάνινες, νάιλον, μικρές και μεγάλες, που βόλευαν στα στριφτά εσωτερικά ή εξωτερικά σουτ, που φουσκώναμε με τρόμπες απο ποδήλατα.
Ήταν οι μπίλιες από τα ρουλεμάν που φτιάχναμε τα πατίνια.
Παίζαμε ποδόσφαιρο, βόλους, μακριά γαϊδούρα, κρυφτό, κυνηγητό, φτιάχναμε «λάστιχα» (σφεντόνες), ανεβαίναμε σε δέντρα, μαζεύαμε σε άλμπουμ μικρές φωτογραφίες ηθοποιών και ποδοσφαιριστών χάρτινες. Κοιτάζαμε τα κορίτσια που έπαιζαν σχοινάκι, κουτσό, «γκέο βαγκέο», και «Δεν περνάς κυρά Μαρία».
Για δοκάρια βάζαμε μεγάλες πέτρες δεξιά - αριστερά ή σωρό από μικρές πέτρες, που κάποτε μ΄αυτές όταν τσακωνόμασταν σπάγαμε κεφάλια... σχεδόν όλοι είχαμε "καρούμπαλα" σημάδια στα κουρεμένα κεφάλια μας.
Γύφτοι πούλαγαν καρπούζια, χαλιά, κατσαρόλες, σούβλες...
Δοσατζήδες πέρναγαν για δόσεις.
Λευκά είδη, σεντόνια πετσέτες πούλαγαν πλανόδιοι, που θύμιζαν Νίκο Σταυρίδη, Θανάση Βέγγο, Βασίλη Αυλωνίτη, Μίμη Φωτόπουλο.
Πετάγαμε αετούς που φτιάχναμε μόνοι μας απ' το χαρτί ώς τα ζύγια.
Προλάβαμε ψυγεία με πάγο.
Τις Κυριακές τρώγαμε παστέλια, καραμέλες, μήλα (καραμέλα κόκκινη), σάμαλι, μπακλαβά, ραβανί, και στον σινεμά ή το γήπεδο αγοράζαμε πασατέμπο και πετσαλούδες (ποπ-κόρν).
Πολλοί συμμαθητές μου δούλευαν μετά το Σχολείο τα καλοκαίρια σε κουρείο, μπακάλικο κ.α.
Τις Κυριακές πηγαίναμε εκκλησία σε ομάδες και απογεύματα κατηχητικό, στον "Αγιο Αθανάσιο".
Τα πρωινά στα Σχολεία καθημερινά κάναμε προσευχή και έπαρση της σημαίας.
Είχε και κάρα με άλογο το χωριό μας.
Είχε και κομμουνιστές, και εθνικιστές και αντιστασιακούς και χωροφύλακες.
Θυμάμαι και συμμαθητές μου που κοιτάζαμε μπροστά στόν θερινό κινηματογράφο τα «ΠΡΟΣΕΧΩΣ» και τις αφίσες με την Άννα Φόνσου, τον Νίκο Κούρκουλο, τον Αλέκο Αλεξανδράκη, τη Ζωή Λάσκαρη, τη Βουγιουκλάκη.
Θυμάμαι ότι είχαμε όλοι παρατσούκλια και δεν λέγαμε γεια σου «Σάκη» ή «Κώστα», αλλά γεια σου «Κύρο», «Μούλο», «Τσιτσιρίγκα», «Τσιαμπά», «Τσιούκα», «Πεπίτο» κ.α...
Εμένα δεν ξέρω γιατί αλλά δεν με είχαν βγάλει παρατσούκλι...
Φροντιστήριο δεν υπήρχε τότε.
Πολλά παιδιά είχαν «πoδήλατo» και όπως έτρεχαν στις γειτονιές αισθάνονταν την υπέροχη μυρωδιά από μαγειρεμένα φαγητά και κυρίως τις Κυριακές μακαρόνια με κρέας, ή κρέας με πατάτες στο φούρνο.
Δεν είχαμε πιστωτικές κάρτες, αλλά τον πρόγονό τους το «δεφτέρι» (μπλοκάκι) που γράφαμε τα ψώνια, και κάθε Σάββατο τα πλήρωνε όλα ο πατέρας.
Ομάδες μας εκτός από Παναθηναϊκός, Ολυμπιακός, και Αεκ ήταν και ο "Ενιππέας" του χωριού μας. Ποδοσφαιρικούς αγώνες ακούγαμε τις Κυριακές τα απογεύματα σ ένα περίπτερο, η σε ένα καφενείο του χωριού μαζεμένοι όλοι μαζί (λίγοι είχαν ράδιο τότε) τρώγοντας παγωτό και πίνοντας την πορτοκαλάδα μας.
Όταν αρρωσταίναμε, μας έβαζαν ζεστό λάδι στο αφτί από το καντήλι και ενέσεις μας έκαναν κάποιες γειτόνισσες.
Μας έριχναν βεντούζες και μας «ξεμάτιαζαν».
Μας έστελναν κατασκηνώσεις να πάρουμε κιλά, και τα μπογαλάκια μας μέσα σε ένα χαρτονένιο κουτί απο NESTLE ή ΝΟΥΝΟΥ.
Πηγαίναμε σε γιορτές (όπου γιόρταζαν δηλαδή) για να πάρουμε γλυκό.
Αναγνωρίζαμε ποιός είχε γιορτή από το αναμμένο φως και την ανοιχτή πόρτα.
«Χρόνια Πολλά», μας έδιναν γλυκό και φεύγαμε...
Εκείνο τον καιρό βάζαμε «μπριγιόλ» στα μαλλιά και λεμόνι για να στέκονται...
Τα μικρότερα άφηναν «φούντα»και τα μεγαλύτερα παλιά στο Γυμνάσιο φορούσαν καπέλα (πηλίκια) με κουκουβάγια μπροστά.
Όσοι από μας «ψιλοερωτευόμασταν» εξ αποστάσεως φυσικά, χαιρόμασταν ν αλλάζουμε ματιές με νόημα στο δρόμο, στον κινηματογράφο, στο «κουρτινάκι που κουνιότανε» και στην εκκλησία όταν οι ψαλτάδες έλεγαν το «Αι γενεαί αι πάσαι»...
Πέρναγε ο Επιτάφιος και για κάποιους ερωτευμένους άνθιζαν οι Πασχαλιές, ο Απρίλης και ο Μάϊος με όλα τα λουλούδια τους άγρια και ήμερα...
Παρατήρησα ότι οι περισσότεροι δεν αλλάξαμε σε τίποτα σαν χαρακτήρες.
Οι καλοί μαθητές, οι λουφαδόροι, οι τεμπέληδες, οι εργατικοί, οι μάγκες, οι σπασίκλες, τα Χριστιανόπουλα, τα βουτυρόπαιδα, τα εργατάκια, οι γλύφτες και οι επαναστάτες του χθες έτσι παραμένουν και σήμερα.
Θάλεγα πως η τάξη μου (ίσως να συμβαίνει με όλες) «ξέσκισε» όλα τα πτυχία και τα συγγράμματα, που γράφτηκαν γύρω από το αν οι άνθρωποι γεννιούνται ή φτιάχνονται, και τις θεωρίες περί καλλιέργειας, παιδείας και χαρακτήρων, και ότι μάλλον έτσι γεννηθήκαμε και παραμένουμε, αφού δεν αλλάξαμε το μέσα μας και πολύ...
Αφιερωμένο στούς συμμαθητές μου:
Σάκη Ντάλλα, Γιώργο Αναστασίου, Πόπη Βελεσιώτη, Τασία Καναρά, Θωμαή Καναρά, Ολγα Χήρα, Ευγενία Κοντοβάϊου, Λίτσα Ζώνα, Βίκη Μανώλη, Βάϊα Παπακυρίτση, Τασία Χήρα, Ρένα Αναστασίου, Βάϊα Λύτρα, Αλέκο Μανώλη, Θάλεια Γιαννάκου, Ρένα Ανδρεάδη, Σάκη Γιαννάκο, Θάνο Μακρή, Βαϊο Λύτρα, Κώστα Κοντοβάϊο, Σωτήρη Καπνιά, Αννα Μακρή, και Γιώργο Μακρή.
Παύλος Σαμαράς
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Οι όροι χρήσης που ισχύουν για τη δημοσίευση των σχολίων, έχουν ως εξής: Σχόλια ανώνυμα, σχόλια τα οποία είναι υβριστικά ή περιέχουν χαρακτηρισμούς ή ανώνυμες καταγγελίες που δεν συνοδεύονται από αποδείξεις θα αφαιρούνται. Η "Ιτέα Καρδίτσας" δεν παρεμβαίνει σε καμία περίπτωση για να αλλοιώσει το περιεχόμενο ενός σχολίου εφόσον πληρεί τις προϋποθέσεις. Σε καμιά περίπτωση τα σχόλια δεν αντιπροσωπεύουν την "Ιτέα Καρδίτσας". Επίσης ο διαχειριστής διατηρεί το δικαίωμα να αφαιρεί οποιοδήποτε σχόλιο θεωρεί ότι εμπίπτει στις παραπάνω κατηγορίες. Με την αποστολή ενός σχολίου αυτόματα αποδέχεστε και τους όρους χρήσης.
Ο διαχειριστής