Είχε Καλοκαιριάσει για τα καλά.
Έξω στην αλάνα χαμός από μαργαρίτες, μολόχες, παπαρούνες και άλλες πρασινάδες.
Ο ήλιος έψηνε την πέτρα, και χρύσωνε τις καλαμιές στα χωράφια.
Η ζέστη συμμαχούσε με την απόλυτη σιγή του μεσημεριού.
Η φύση, μετά τη σύλληψη της άνοιξης, είχε περάσει στον τοκετό και σκορπούσε απλόχερα τα γεννήματά της.
Η κάψα του μεσημεριού γαλήνευε τη μέρα και θέριευε το φόβο.
Το ανεπαίσθητο θρόισμα των φύλλων έμοιαζε με βουή στην απόλυτη σιωπή της ζέστης.
Εκείνες οι μεσημεριανές ώρες στήν Ιτέα ήταν μυστήριες, γεμάτες πρόκληση και δέος.
Η καλοκαιρία έφερνε αισιοδοξία στην γειτονιά εκείνα τα χρόνια και όλοι προσπαθούσαν να ομορφύνουν τα σπίτια και τις αυλές τους. Εμείς τα παιδιά περιμέναμε τις καλοκαιρινές διακοπές πως και πως, αλλά περισσότερο τον παγωτατζή που θα περνούσε από τον δρόμο.
Οι αγρότες έξω στα χωράφια κάτω από τον ίσκιο της ακακίας τρώγοντας "σκορδάρι" (δροσιστική σούπα με αραιωμένο στο νερό σκορδόξυδο) για να δροσιστούν, περίμεναν να πέσει λίγο ο ήλιος, για να συνεχίσουν την εργασία τους.
Οι λίγοι τσοπάνηδες έξω στον μεριά στάλιαζαν τα ζώα τους και έπαιρναν ένα υπνάκο στη σκιά κάποιου δέντρου μέχρι να κοπάσει το λιοπύρι.
Που και πού κανένας τζίτζιγκας έσπαζε με το τραγούδι του την απόλυτη σιωπή του μεσημεριού.
Και εμείς οι πιτσιρικάδες, χωρίς τις σκοτούρες του σχολείου, με μια φέτα ψωμί, με ζάχαρη και νερό, στο χέρι, χαζεύαμε και παίζαμε με τον κουρνιαχτό ξυπόλυτοι στους δρόμους.
Συναντιόμασταν με άλλους φίλους και αναζητούσαμε την δροσιά στο γεμάτο τρεχούμενο νερό ποτάμι τον Ενιπέα, πότε για ψάρεμα με τα χέρια και πότε για μπάνιο στα διάφορα μέρη που ξέραμε.
Αλλες φορές στα "βάλτια", εκεί κοντά στα Πετρινίτικα, ψαρεύαμε και ψάχναμε για καβούρια, βάζοντας τα χέρια μας μέσα στις γούρνες αδιαφορώντας για τούς κινδύνους που διατρέχαμε.
Που και που βλέπαμε κανένα μπακακόφιδο, ή καμιά νεροφίδα και την κυνηγούσαμε με διάφορα κλαριά.
Κι όταν το απόγευμα μας "έκοβε" η πείνα γευόμασταν τα βατόμουρα, τα κορόμυλα, τα γαϊδουράγκαθα, τα σύκα…καμιά φορά κάναμε "ντου" και στα μποστάνια ή στα αμπέλια βρίσκοντας το μπελά μας από τους ιδιοκτήτες.
Άλλες φορές πηγαίναμε για πουλιά.
Ανεβαίναμε στα δέντρα και ψάχναμε στις φωλιές τους.
Πιάναμε τα πιτσουνάκια όταν αυτά ήταν έτοιμα για το πρώτο τους πέταγμα και τα ρίχναμε στον αέρα. Έτσι βλέποντάς τα να πετάνε στον γαλάζιο ουρανό, ταυτιζόμασταν, ονειρευόμασταν και περιμέναμε ανυπόμονα το δικό μας πέταγμα!!!
πίσω στα παλιά...
Έξω στην αλάνα χαμός από μαργαρίτες, μολόχες, παπαρούνες και άλλες πρασινάδες.
Ο ήλιος έψηνε την πέτρα, και χρύσωνε τις καλαμιές στα χωράφια.
Η ζέστη συμμαχούσε με την απόλυτη σιγή του μεσημεριού.
Η φύση, μετά τη σύλληψη της άνοιξης, είχε περάσει στον τοκετό και σκορπούσε απλόχερα τα γεννήματά της.
Η κάψα του μεσημεριού γαλήνευε τη μέρα και θέριευε το φόβο.
Το ανεπαίσθητο θρόισμα των φύλλων έμοιαζε με βουή στην απόλυτη σιωπή της ζέστης.
Εκείνες οι μεσημεριανές ώρες στήν Ιτέα ήταν μυστήριες, γεμάτες πρόκληση και δέος.
Η καλοκαιρία έφερνε αισιοδοξία στην γειτονιά εκείνα τα χρόνια και όλοι προσπαθούσαν να ομορφύνουν τα σπίτια και τις αυλές τους. Εμείς τα παιδιά περιμέναμε τις καλοκαιρινές διακοπές πως και πως, αλλά περισσότερο τον παγωτατζή που θα περνούσε από τον δρόμο.
Οι αγρότες έξω στα χωράφια κάτω από τον ίσκιο της ακακίας τρώγοντας "σκορδάρι" (δροσιστική σούπα με αραιωμένο στο νερό σκορδόξυδο) για να δροσιστούν, περίμεναν να πέσει λίγο ο ήλιος, για να συνεχίσουν την εργασία τους.
Οι λίγοι τσοπάνηδες έξω στον μεριά στάλιαζαν τα ζώα τους και έπαιρναν ένα υπνάκο στη σκιά κάποιου δέντρου μέχρι να κοπάσει το λιοπύρι.
Που και πού κανένας τζίτζιγκας έσπαζε με το τραγούδι του την απόλυτη σιωπή του μεσημεριού.
Και εμείς οι πιτσιρικάδες, χωρίς τις σκοτούρες του σχολείου, με μια φέτα ψωμί, με ζάχαρη και νερό, στο χέρι, χαζεύαμε και παίζαμε με τον κουρνιαχτό ξυπόλυτοι στους δρόμους.
Συναντιόμασταν με άλλους φίλους και αναζητούσαμε την δροσιά στο γεμάτο τρεχούμενο νερό ποτάμι τον Ενιπέα, πότε για ψάρεμα με τα χέρια και πότε για μπάνιο στα διάφορα μέρη που ξέραμε.
Αλλες φορές στα "βάλτια", εκεί κοντά στα Πετρινίτικα, ψαρεύαμε και ψάχναμε για καβούρια, βάζοντας τα χέρια μας μέσα στις γούρνες αδιαφορώντας για τούς κινδύνους που διατρέχαμε.
Που και που βλέπαμε κανένα μπακακόφιδο, ή καμιά νεροφίδα και την κυνηγούσαμε με διάφορα κλαριά.
Κι όταν το απόγευμα μας "έκοβε" η πείνα γευόμασταν τα βατόμουρα, τα κορόμυλα, τα γαϊδουράγκαθα, τα σύκα…καμιά φορά κάναμε "ντου" και στα μποστάνια ή στα αμπέλια βρίσκοντας το μπελά μας από τους ιδιοκτήτες.
Άλλες φορές πηγαίναμε για πουλιά.
Ανεβαίναμε στα δέντρα και ψάχναμε στις φωλιές τους.
Πιάναμε τα πιτσουνάκια όταν αυτά ήταν έτοιμα για το πρώτο τους πέταγμα και τα ρίχναμε στον αέρα. Έτσι βλέποντάς τα να πετάνε στον γαλάζιο ουρανό, ταυτιζόμασταν, ονειρευόμασταν και περιμέναμε ανυπόμονα το δικό μας πέταγμα!!!
πίσω στα παλιά...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Οι όροι χρήσης που ισχύουν για τη δημοσίευση των σχολίων, έχουν ως εξής: Σχόλια ανώνυμα, σχόλια τα οποία είναι υβριστικά ή περιέχουν χαρακτηρισμούς ή ανώνυμες καταγγελίες που δεν συνοδεύονται από αποδείξεις θα αφαιρούνται. Η "Ιτέα Καρδίτσας" δεν παρεμβαίνει σε καμία περίπτωση για να αλλοιώσει το περιεχόμενο ενός σχολίου εφόσον πληρεί τις προϋποθέσεις. Σε καμιά περίπτωση τα σχόλια δεν αντιπροσωπεύουν την "Ιτέα Καρδίτσας". Επίσης ο διαχειριστής διατηρεί το δικαίωμα να αφαιρεί οποιοδήποτε σχόλιο θεωρεί ότι εμπίπτει στις παραπάνω κατηγορίες. Με την αποστολή ενός σχολίου αυτόματα αποδέχεστε και τους όρους χρήσης.
Ο διαχειριστής