Στις 30 Απριλίου του 1954, καταστρεπτικός σεισμός μεγέθους 7 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ συγκλονίζει τις Σοφάδες Καρδίτσας, με αποτέλεσμα να σκοτωθούν 25 άτομα και να τραυματιστούν 117.
Ο σεισμός που έγινε αισθητός σε όλη την Ελλάδα προκλήθηκε από το ρήγμα των Σοφάδων το οποίο έχει μήκος 52 km και είχε επίκεντροτη θέση Κομμένο Τζαμί 3 χλμ. μακρύτερα από το χωριό Τσιόμπα, κοντά στο σημερινό Νέο Μοναστήρι (Σύμφωνα με το Γεωδυναμικό ινστιτούτο της Θεσσαλονίκης:Το επίκεντρο του σεισμού τοποθετείται στο χωριό Γεφύρια Καρδίτσας).
Ο σεισμός προκάλεσε σοβαρές βλάβες στους νομούς, Καρδίτσας, Φθιώτιδας (χωριών επαρχίας Δομοκού και του Θεσσαλικού κάμπου) Λάρισας, Τρικάλων, Μαγνησίας και Ευρυτανίας.
Κατέρρευσαν 6.599 σπίτια ενώ 9.154 υπέστησαν σοβαρές ζημιές και 12.920 ελαφρές, είχε δε 25 νεκρούς και 157 τραυματίες. Οι μεγαλύτερες βλάβες και ανθρώπινες απώλειες παρατηρήθηκαν σε οικισμούς επί παχεών, κορεσμένων σε νερό χαλαρών αποθέσεων και ελωδών περιοχών.
Στην Καρδίτσα και τα Φάρσαλα καταστράφηκαν το 32 και 18% των κτισμάτων, αντίστοιχα. Στις Σοφάδες, οι απώλειες σε κτίρια ξεπέρασαν το 90%.
Από το σεισμό αυτό καταστράφηκαν ολοσχερώς τα χωριά Τσόμπα και Μπεκριλέρ της επαρχίας Δομοκού, η οποία πλήγηκε πάρα πολύ σοβαρά. Τεράστιες ζημιές υπέστησαν σπίτια στα γειτονικά χωριά Σοφιάδα, Εκκάρα, Βαρδαλή κλπ. αλλά και όλα τα χωριά της περιοχής του Δομοκού, τα παραλίμνια χωριά της Ξυνιάδας και του λεκανοπεδίου της Μελιταίας.
Ο σεισμός προκάλεσε εκτεταμένα φαινόμενα ρευστοποιήσεων στην πεδιάδα της Καρδίτσας και την πεδιάδα της αποξηραμένης λίμνης Ξυνιάδας, ακόμα δε και στον Βόλο, σε απόσταση 50 χλμ.
Οι μεγαλύτερες εντάσεις παρατηρήθηκαν στις Σοφάδες, την Πασχαλίτσα, το Νέο Ικόνιο, το Ασημοχώρι, την Εκκάρα και την Άνω Αγόριανη. Παρατηρήθηκαν εδαφικές διαρρήξεις σε διάφορα μέρη με σημαντικότερη αυτή στην Εκκάρα, η οποία είχε μήκος 5 km.
Η εδαφική αυτή διάρρηξη έκοψε τη σιδηροδρομική γραμμή η οποία, λόγω συνεχιζόμενων (αργών) μετατοπίσεων, χρειαζόταν επισκευές επί μία εβδομάδα μετά το σεισμό. Η σιδηροδρομική γραμμή κόπηκε επίσης στις Βελεσιώτες από μικρότερη εδαφική διάρρηξη.
Ακολούθησε μετασεισμική ακολουθία με μεγαλύτερο σεισμό μεγέθους 5.7R στις 4 Μαΐου. Η ημέρα του μεγάλου και καταστρεπτικού αυτού σεισμού, αναφέρεται συχνά από τους παλαιοτέρους, που την έζησαν εντονότατα, ως αποφράδα ημέρα για την περιοχή της κεντρικής Ελλάδας.
Την επομένη του σεισμού έφτασαν στην περιοχή αυτοκίνητα του στρατού με μηχανικούς στρατιωτικούς, στρατιώτες κι ένα λοχαγό διοικητή που εγκαταστάθηκε στο Θαυμακό και σε κάθε χωριό πήγε και μια ή δυο μπουλντόζες του στρατού, για να γκρεμίζουν τα ετοιμόρροπα κι επικίνδυνα σπίτια.
Την ίδια κιόλας μέρα οι μηχανικοί άρχισαν να επιθεωρούν και να καταγράφουν τα κτίρια. Όσων γκρεμίστηκαν τα σπίτια η κυβέρνηση έδωσε στεγαστικό δάνειο 20.000 δρχ. και εμπειροτέχνες εργολάβοι από διάφορα μέρη της Ελλάδας ήρθαν και ανέλαβαν το χτίσιμο των αντισεισμικών σπιτιών, που είχαν όλα δύο δωμάτια κι ένα διάδρομο. Μερικά απ' αυτά χτίστηκαν με πέτρα κι άλλα με τούβλα.
Τα χωριά Τσιόμπα και Μπεκριλέρ έχουν ισοπεδωθεί, οι κάτοικοί τους μένουν χωρίς σπίτια και για δύο χρόνια ζουν σε σκηνές ως το 1956 όταν το κράτος δίνει εργολαβία την κατασκευή σπιτιών στην σημερινή τοποθεσία του χωριού Νέο Μοναστήρι, κάτω από το αρχαίο κάστρο της Πρόερνας.
Οι Νέομοναστηριώτες κάνουν τότε πρόταση στα γύρω χωριά να ενωθούν και να εγκατασταθούν όλοι μαζί στην νέα θέση κοντά στο δημόσιο δρόμο.
Οι κάτοικοι των γύρω χωριών αρνούνται μη βλέποντας ότι σε λίγα χρόνια τα χωριά τους θα συρρικνώνονταν κι έτσι χάνεται η ευκαιρία για την δημιουργία μιας σύγχρονης νέας κωμόπολης. Δεν το βάζουν κάτω καταφέρνουν μέσα στα επόμενα χρόνια να δημιουργήσουν ένα χωριό πρότυπο στη επαρχία Δομοκού.
Το παρακάτω βίντεο ντοκουμέντο είναι από την επίσκεψη στις σεισμόπληκτες περιοχές σε Σοφάδες και Φάρσαλα του Στρατάρχη Παπάγου το 1954
Ο σεισμός που έγινε αισθητός σε όλη την Ελλάδα προκλήθηκε από το ρήγμα των Σοφάδων το οποίο έχει μήκος 52 km και είχε επίκεντροτη θέση Κομμένο Τζαμί 3 χλμ. μακρύτερα από το χωριό Τσιόμπα, κοντά στο σημερινό Νέο Μοναστήρι (Σύμφωνα με το Γεωδυναμικό ινστιτούτο της Θεσσαλονίκης:Το επίκεντρο του σεισμού τοποθετείται στο χωριό Γεφύρια Καρδίτσας).
Ο σεισμός προκάλεσε σοβαρές βλάβες στους νομούς, Καρδίτσας, Φθιώτιδας (χωριών επαρχίας Δομοκού και του Θεσσαλικού κάμπου) Λάρισας, Τρικάλων, Μαγνησίας και Ευρυτανίας.
Κατέρρευσαν 6.599 σπίτια ενώ 9.154 υπέστησαν σοβαρές ζημιές και 12.920 ελαφρές, είχε δε 25 νεκρούς και 157 τραυματίες. Οι μεγαλύτερες βλάβες και ανθρώπινες απώλειες παρατηρήθηκαν σε οικισμούς επί παχεών, κορεσμένων σε νερό χαλαρών αποθέσεων και ελωδών περιοχών.
Στην Καρδίτσα και τα Φάρσαλα καταστράφηκαν το 32 και 18% των κτισμάτων, αντίστοιχα. Στις Σοφάδες, οι απώλειες σε κτίρια ξεπέρασαν το 90%.
Από το σεισμό αυτό καταστράφηκαν ολοσχερώς τα χωριά Τσόμπα και Μπεκριλέρ της επαρχίας Δομοκού, η οποία πλήγηκε πάρα πολύ σοβαρά. Τεράστιες ζημιές υπέστησαν σπίτια στα γειτονικά χωριά Σοφιάδα, Εκκάρα, Βαρδαλή κλπ. αλλά και όλα τα χωριά της περιοχής του Δομοκού, τα παραλίμνια χωριά της Ξυνιάδας και του λεκανοπεδίου της Μελιταίας.
Ο σεισμός προκάλεσε εκτεταμένα φαινόμενα ρευστοποιήσεων στην πεδιάδα της Καρδίτσας και την πεδιάδα της αποξηραμένης λίμνης Ξυνιάδας, ακόμα δε και στον Βόλο, σε απόσταση 50 χλμ.
Οι μεγαλύτερες εντάσεις παρατηρήθηκαν στις Σοφάδες, την Πασχαλίτσα, το Νέο Ικόνιο, το Ασημοχώρι, την Εκκάρα και την Άνω Αγόριανη. Παρατηρήθηκαν εδαφικές διαρρήξεις σε διάφορα μέρη με σημαντικότερη αυτή στην Εκκάρα, η οποία είχε μήκος 5 km.
Η εδαφική αυτή διάρρηξη έκοψε τη σιδηροδρομική γραμμή η οποία, λόγω συνεχιζόμενων (αργών) μετατοπίσεων, χρειαζόταν επισκευές επί μία εβδομάδα μετά το σεισμό. Η σιδηροδρομική γραμμή κόπηκε επίσης στις Βελεσιώτες από μικρότερη εδαφική διάρρηξη.
Ακολούθησε μετασεισμική ακολουθία με μεγαλύτερο σεισμό μεγέθους 5.7R στις 4 Μαΐου. Η ημέρα του μεγάλου και καταστρεπτικού αυτού σεισμού, αναφέρεται συχνά από τους παλαιοτέρους, που την έζησαν εντονότατα, ως αποφράδα ημέρα για την περιοχή της κεντρικής Ελλάδας.
Την επομένη του σεισμού έφτασαν στην περιοχή αυτοκίνητα του στρατού με μηχανικούς στρατιωτικούς, στρατιώτες κι ένα λοχαγό διοικητή που εγκαταστάθηκε στο Θαυμακό και σε κάθε χωριό πήγε και μια ή δυο μπουλντόζες του στρατού, για να γκρεμίζουν τα ετοιμόρροπα κι επικίνδυνα σπίτια.
Την ίδια κιόλας μέρα οι μηχανικοί άρχισαν να επιθεωρούν και να καταγράφουν τα κτίρια. Όσων γκρεμίστηκαν τα σπίτια η κυβέρνηση έδωσε στεγαστικό δάνειο 20.000 δρχ. και εμπειροτέχνες εργολάβοι από διάφορα μέρη της Ελλάδας ήρθαν και ανέλαβαν το χτίσιμο των αντισεισμικών σπιτιών, που είχαν όλα δύο δωμάτια κι ένα διάδρομο. Μερικά απ' αυτά χτίστηκαν με πέτρα κι άλλα με τούβλα.
Τα χωριά Τσιόμπα και Μπεκριλέρ έχουν ισοπεδωθεί, οι κάτοικοί τους μένουν χωρίς σπίτια και για δύο χρόνια ζουν σε σκηνές ως το 1956 όταν το κράτος δίνει εργολαβία την κατασκευή σπιτιών στην σημερινή τοποθεσία του χωριού Νέο Μοναστήρι, κάτω από το αρχαίο κάστρο της Πρόερνας.
Οι Νέομοναστηριώτες κάνουν τότε πρόταση στα γύρω χωριά να ενωθούν και να εγκατασταθούν όλοι μαζί στην νέα θέση κοντά στο δημόσιο δρόμο.
Οι κάτοικοι των γύρω χωριών αρνούνται μη βλέποντας ότι σε λίγα χρόνια τα χωριά τους θα συρρικνώνονταν κι έτσι χάνεται η ευκαιρία για την δημιουργία μιας σύγχρονης νέας κωμόπολης. Δεν το βάζουν κάτω καταφέρνουν μέσα στα επόμενα χρόνια να δημιουργήσουν ένα χωριό πρότυπο στη επαρχία Δομοκού.
Το παρακάτω βίντεο ντοκουμέντο είναι από την επίσκεψη στις σεισμόπληκτες περιοχές σε Σοφάδες και Φάρσαλα του Στρατάρχη Παπάγου το 1954
πηγή