Η εμπειρία είναι γνώση που αποκτάται σιγά – σιγά, με το κουταλάκι, που λένε.
Και η ποιο ταπεινή εργασία κάτι θα σου διδάξει, κάποιο εφόδιο θα σου δώσει, θα σε μάθει τουλάχιστον να κρίνεις σωστά, αντικειμενικά, δίκαια τα σχετικά προβλήματα που θα συναντήσεις.
Για να φτάσεις στο τέρμα και να μπορείς να πεις κάτι έκανα , δόξα τω Θεώ που με αξίωσε να γνωρίσω το περιβάλλον μου, τις χαρές και λύπες της ζωής, την πείνα και τη δίψα, όσα περισσότερα μας χάρισε ο Πλάστης μας, πρέπει να ανεβείς τα σκαλιά της ζωής ένα – ένα , να χορταίνεις την κάθε μέρα, γλυκιά ή πικρή, και έτσι να προχωράς.. Να αποκτήσεις γνώσεις για να μπορείς να έχεις γνώμη, εμπειρία για τις κακοτοπιές.
Διάβασα κάπου ότι για να μπεις στον Παράδεισο πρέπει να πάρεις φόρα από τον πάτο της κόλασης, κάτι που δεν ασπάζομαι προσωπικά, αλλά που συναντάμε συχνά στα σχετικά βιβλία. .
Οι Γονείς μου, όπως και όλοι οι Σαρακατσαναίοι , τη μόνη δουλειά που γνώριζαν καλά ήταν η προβατοτροφία και ό,τι έχει σχέση με την καλλίτερη εκτροφή των προβάτων.
Ξεκαλοκαιριάζαμε τη χρονιά εκείνη στον Κοκκινοπλό Ολύμπου.
Η οικογένεια στο καινούργιο σπίτι μας στο χωριό (τι σπίτι, δηλαδή, τέσσερα ντουβάρια με ξύλινα χωρίσματα, χωρίς ταβάνι, αλλά καμία σύγκριση με το καλύβι) και τα πρόβατα στη βρύση του «Παναγιώτη», ανατολικά του χωριού κάνα δυο ώρες στράτα με τα πόδια, Κάθε εβδομάδα κάποιος πήγαινε στο χωριό και έπαιρνε ό,τι χρειαζόμασταν: Δηλαδή ψωμί για μας και τα σκυλιά (σκυλόψωμα ζυμωμένο με πίτουρα και λίγο αλεύρι), τραχανά, καμιά πατάτα, λίγο λάδι, κρεμμύδια, κάνα σκόρδο, αλάτι, πιπέρι για μαγείρεμα.
Ο Πατέρας μου, με μένα βοηθό του που και που, είχε αναλάβει την τυροκόμιση του γάλακτος, το οποίο πουλούσε ο αδερφός μου ο Θανάσης στην αγορά της Κατερίνης, η οποία απείχε περίπου 4-5 ώρες με τα ζώα. Και εδώ να αναφέρω κάτι που έχει σχέση με την άγνοια των καταναλωτών όσον αφορά την ποιότητα του ολόπαχου τυριού σε σύγκριση με αυτή του ημιαποβουτυρωμένου ή τελείως αποβουτυρωμένου. Στην αρχή το ολόπαχο τυρί δεν πουλιόνταν , το έβρισκαν μαλακό και ως εκ τούτου ακατάλληλο! Μάταια ο αδερφός προσπαθούσε να τους πείσει. Μα είναι ολόπαχο και για αυτό είναι μαλακό. Που εκείνοι, αμετάπειστοι. Άντε, ρε βλάχο, κι ο αδερφός μου γινότανε «τούρκος», που λένε.
Έτσι μπροστά στην κατάσταση αυτή, αποβουτυρώναμε το γάλα και μας έμεινε και η κρέμα και , ώ του θαύματος, το αποβουτυρωμένο τυρί είχε αυξημένη ζήτηση και απολάμβανε και καλλίτερες τιμές. Θα μου πείτε το ίδιο δεν γίνεται και σήμερα με τα «ελαφρά» προϊόντα. Δυστυχώς, ή μπορεί και ευτυχώς, ναι.. Μα, αν σε πειράζουν τα λιπαρά, Χριστιανέ μου, φάε λιγότερο. Ο οργανισμός έχει ανάγκη και τα λευκώματα, και τα λίπη και τους υδατάνθρακες και μάλιστα σε ίση αναλογία, σύμφωνα με την επιστήμη της διαιτητικής. Μονομερής δίαιτα καλό δεν φέρνει και τα αποτελέσματα είναι πρόσκαιρα., άσε που συχνά και επιβλαβή για τον ανθρώπινο οργανισμό.
Τώρα γιατί όλα αυτά; Μα για να φθάσω στην εμπειρία που είχα ως “τζιομπάνος” κάποια βραδιά που ο μεγάλος μου αδερφός απουσίαζε στο χωριό για «ψωμί». Με τη λέξη ψωμί εννοούσαν όλες τις προμήθειες. Οι Σαρακατσαναίοι σπάνια χρησιμοποιούσαν τη φράση «κάτσε για φαγητό», αλλά κάτσε να φάμε ψωμί, εννοώντας, βέβαια, ορίστε για φαγητό.
Έτσι βρέθηκα κάλφας ( βοηθός ) του μικρότερου αδελφού μου, του Γιώργου. Αρμέξαμε τα πρόβατα, δηλαδή ο Πατέρας μου με τον αδελφό μου τα άρμεξαν, εγώ κτυπούσα στην στρούγκα. Πού σκέψη για άρμεγα; Επιχείρησα κάποτε και πιάστηκαν τα χέρια μου, αν και ο Πατέρας μου με διαβεβαίωνε ότι σε όλους συμβαίνει αυτό την πρώτη φορά και είχε δίκιο. Δύσκολη δουλειά το άρμεγμα των προβάτων σε αντίθεση με των γιδιών
Λίγο πριν τη δύση του Ήλιου ξεκίνησαν τα πρόβατα και εμείς από κοντά φορτωμένοι το ταλαγάνι, τη φτσέλα με το νερό και βέβαια τον τρουβά με το ψωμοτύρι και κανένα κρεμμύδι ή σκόρδο.
Άρχισαν να ανεβαίνουν τα πρόβατα μια πλαγιά που οδηγούσε προς την υποαλπική ζώνη, Αρτομίρη τη λέγανε, όπου η χορτονομή ήταν πλούσια. Εγώ ασθμαίνοντας υπό το βάρος του ταλαγανιού και των λοιπών., ακολουθούσα από το πάνω φτερό του κοπαδιού που ήταν και το ευκολότερο, σκοντάφτοντας συνεχώς καθόσον άμαθος στο νυχτερινό περπάτημα. Ο αδερφός μου ακολουθούσε από το κάτω φτερό που ήταν και το πιο επικίνδυνο, διότι η επίθεση του λύκου από το κάτω φτερό γίνεται και αυτό το γνωρίζουν πολύ καλά οι τζιομπαναραίοι και κατά παράξενο τρόπο το γνώριζαν και τα σκυλιά μας. Είχαμε δύο καλά σκυλιά, τον Κεμάλ και τη Βουλγάρα . Ο Κεμάλ πελώριος, τριχωτός, που τον έβλεπες σου κοβότανε η μιλιά, η Βουλγάρα αεικίνητη, να φέρνει το κοπάδι γύρω γύρω, να μην της ξεφεύγει το παραμικρό. Τι τα θέλετε τα σκυλιά κάνουν τον καλό τζιομπάνο, αυτά φυλάνε τα πρόβατα, ο άνθρωπος την καθοδήγησή τους έχει. Αυτό το γνώριζαν καλά οι Σαρακατσαναίοι και φρόντιζαν να έχουν πάντα τα καλλίτερα. «Σκύλα από κοπάδι και νύφη από σειρά».Όσον αφορά δε τη διατροφή τους, προτιμούσε να μη φάει αυτός παρά να μείνουν νηστικά τα σκυλιά.. Το άλφα και ωμέγα στη φύλαξη του κοπαδιού, νοήμονα ζώα τα σκυλιά, σύντροφοι των ανθρώπων από αρχαιοτάτων χρόνων. Άφησε κάπου ο Τζιομπάνος την κάπα του, ο σκύλος εκεί φρουρός ακοίμητος, μην διανοηθείς να πλησιάσεις. Γέννησε η προβατίνα κάπου μακριά από το κοπάδι, εκεί το σκυλί φρουρός, δίπλα της. Κατά την εποχή της γέννας των προβάτων, απουσιάζει το σκυλί, ξέρει ο Τζιμπάνος ότι κάποια προβατίνα γέννησε και το σκυλί είναι κοντά της. Το φωνάζει, ανταποκρίνεται και βρίσκει την προβατίνα με το νεογέννητό της.. Τι να σας πω, σκηνές που δεν σε αφήνουν ασυγκίνητο.
Με τα πολλά και κουρασμένοι φθάσαμε στον προορισμό μας, όπου τα πρόβατα αφού είχαν χορτάσει, κοπαδιασαν, - μαζεύτηκαν σε ένα μέρος και κοιμήθηκαν. Ξαπλώσαμε και εμείς περιμετρικά με τα σκυλιά και αποκοιμηθήκαμε για κάνα δίωρο μέχρι την ανατολή του Αυγερινού ( πλανήτης Άρης), λίγο πριν την ανατολή του Ήλιου... Ακολούθως άρχισε η αντίστροφη πορεία, ώστε πρωί και πριν ζεστάνει ο Ήλιος το κοπάδι να βρίσκεται στο στάλο. Αν αργήσουν παραπάνω από τις εννιά πάνω κάτω ανάλογα με τη μέρα, δηλαδή αν είναι ζεστή ή δροσερή, και πριν τα πρόβατα μαζευτούν σωρό – κουβάρι, βάζοντας το ένα το κεφάλι του κάτω από την κοιλιά του άλλου για να προφυλαχτούν από τον Ήλιο, είναι αδύνατο να τα μετακινήσεις και θα σου μείνουν μεσοπλαγιάς, ανάρμεχτα. ..
Τέλος φθάσαμε στο γραίκι μας, τα αρμέξαμε, τυροκομίσαμε το γάλα και πέσαμε για ύπνο. Ήταν τόση πολύ η κούρασή μου που κοιμήθηκα συνεχώς μέχρι τις πρώτες απογευματινές ώρες, δηλαδή περίπου έξι ώρες συνεχώς.
Και να έλθω τώρα στην επισήμανση που έκανα στην αρχή του κειμένου:Για να έχεις γνώμη πρέπει να έχεις γνώσεις. Νόμιζα, ο αφελής, ότι το επάγγελμα του τζιομπάνου το μόνο που έχει να αντιμετωπίσει είναι η μοναξιά. Αμ δε, τα άλλα είναι περισσότερο δύσκολα. Παλεύει συνεχώς με τις αντίξοες καιρικές συνθήκες και τα αγρίμια της υπαίθρου. Οι λύκοι τότε και μέσα στα χωριατόσπιτα έμπαιναν και έσφαζαν ό,τι έβρισκαν. Και το καταραμένο αυτό ζλάπι αν έμπαινε στο κοπάδι και αν δεν το αντιλαμβανόσουνα έγκαιρα, μπορούσε να σου σφάξει και δέκα και είκοσι πρόβατα. Ήταν η μάστιγα της υπαίθρου. Μην συγκρίνετε τη σημερινή κατάσταση με τις συνθήκες που επικρατούσαν τότε. Τώρα τα γιδοπρόβατα θρέφονται καλά και το βράδυ κλείνονται στα μαντριά, είναι χορτάτα. Σήμερα με ένα κιλό γάλα αγοράζεις ίσαμε 5-6 κιλά καλαμπόκι ή κριθάρι ή στάρι. Τότε ίσχυε το αντίθετο περίπου, δηλαδή 2-3 κιλά γάλα για ένα κιλό κριθάρι. Το καλαμπόκι δεν περίσσευε, χρησιμοποιούνταν για την παρασκευή της περίφημης μπομπότας . Η κατάσταση αυτή ίσως ξενίζει κάποιους αλλά αυτή ήταν η πραγματικότητα.
Ο σκάρος σήμερα είναι άγνωστος και ως λέξη και ως πρακτική.
Τότε τα ζώα πεινούσαν και βόσκαγαν και τη νύχτα, με συνέπεια ο τζιομπάνος να μένει ξάγρυπνος δίπλα στο κοπάδι του.
Σήμερα η προβατοτροφία είναι σχεδόν σταυλισμένη, τίποτα δεν αφήνεται στην ελεύθερη βοσκή, οι δε αποδόσεις σε γάλα και κρέας πολλαπλάσιες, κάτι που επιτρέπει την ανάπτυξή της σε επιχειρηματική βάση, χώρια που και η δύσκολη δουλειά του αρμέγματος γίνεται με μηχανές.
Όλα άλλαξαν, τζιομπαναραίοι δεν υπάρχουν πλέον με την παλιά τους μορφή, μόνο εργαζόμενοι και μάλιστα για ορισμένες ώρες τη μέρα, το δε βράδυ κοιμούνται στο σπίτι τους. . .
Κωνσταντίνος Γαλλής
Και η ποιο ταπεινή εργασία κάτι θα σου διδάξει, κάποιο εφόδιο θα σου δώσει, θα σε μάθει τουλάχιστον να κρίνεις σωστά, αντικειμενικά, δίκαια τα σχετικά προβλήματα που θα συναντήσεις.
Για να φτάσεις στο τέρμα και να μπορείς να πεις κάτι έκανα , δόξα τω Θεώ που με αξίωσε να γνωρίσω το περιβάλλον μου, τις χαρές και λύπες της ζωής, την πείνα και τη δίψα, όσα περισσότερα μας χάρισε ο Πλάστης μας, πρέπει να ανεβείς τα σκαλιά της ζωής ένα – ένα , να χορταίνεις την κάθε μέρα, γλυκιά ή πικρή, και έτσι να προχωράς.. Να αποκτήσεις γνώσεις για να μπορείς να έχεις γνώμη, εμπειρία για τις κακοτοπιές.
Διάβασα κάπου ότι για να μπεις στον Παράδεισο πρέπει να πάρεις φόρα από τον πάτο της κόλασης, κάτι που δεν ασπάζομαι προσωπικά, αλλά που συναντάμε συχνά στα σχετικά βιβλία. .
Οι Γονείς μου, όπως και όλοι οι Σαρακατσαναίοι , τη μόνη δουλειά που γνώριζαν καλά ήταν η προβατοτροφία και ό,τι έχει σχέση με την καλλίτερη εκτροφή των προβάτων.
Ξεκαλοκαιριάζαμε τη χρονιά εκείνη στον Κοκκινοπλό Ολύμπου.
Η οικογένεια στο καινούργιο σπίτι μας στο χωριό (τι σπίτι, δηλαδή, τέσσερα ντουβάρια με ξύλινα χωρίσματα, χωρίς ταβάνι, αλλά καμία σύγκριση με το καλύβι) και τα πρόβατα στη βρύση του «Παναγιώτη», ανατολικά του χωριού κάνα δυο ώρες στράτα με τα πόδια, Κάθε εβδομάδα κάποιος πήγαινε στο χωριό και έπαιρνε ό,τι χρειαζόμασταν: Δηλαδή ψωμί για μας και τα σκυλιά (σκυλόψωμα ζυμωμένο με πίτουρα και λίγο αλεύρι), τραχανά, καμιά πατάτα, λίγο λάδι, κρεμμύδια, κάνα σκόρδο, αλάτι, πιπέρι για μαγείρεμα.
Ο Πατέρας μου, με μένα βοηθό του που και που, είχε αναλάβει την τυροκόμιση του γάλακτος, το οποίο πουλούσε ο αδερφός μου ο Θανάσης στην αγορά της Κατερίνης, η οποία απείχε περίπου 4-5 ώρες με τα ζώα. Και εδώ να αναφέρω κάτι που έχει σχέση με την άγνοια των καταναλωτών όσον αφορά την ποιότητα του ολόπαχου τυριού σε σύγκριση με αυτή του ημιαποβουτυρωμένου ή τελείως αποβουτυρωμένου. Στην αρχή το ολόπαχο τυρί δεν πουλιόνταν , το έβρισκαν μαλακό και ως εκ τούτου ακατάλληλο! Μάταια ο αδερφός προσπαθούσε να τους πείσει. Μα είναι ολόπαχο και για αυτό είναι μαλακό. Που εκείνοι, αμετάπειστοι. Άντε, ρε βλάχο, κι ο αδερφός μου γινότανε «τούρκος», που λένε.
Έτσι μπροστά στην κατάσταση αυτή, αποβουτυρώναμε το γάλα και μας έμεινε και η κρέμα και , ώ του θαύματος, το αποβουτυρωμένο τυρί είχε αυξημένη ζήτηση και απολάμβανε και καλλίτερες τιμές. Θα μου πείτε το ίδιο δεν γίνεται και σήμερα με τα «ελαφρά» προϊόντα. Δυστυχώς, ή μπορεί και ευτυχώς, ναι.. Μα, αν σε πειράζουν τα λιπαρά, Χριστιανέ μου, φάε λιγότερο. Ο οργανισμός έχει ανάγκη και τα λευκώματα, και τα λίπη και τους υδατάνθρακες και μάλιστα σε ίση αναλογία, σύμφωνα με την επιστήμη της διαιτητικής. Μονομερής δίαιτα καλό δεν φέρνει και τα αποτελέσματα είναι πρόσκαιρα., άσε που συχνά και επιβλαβή για τον ανθρώπινο οργανισμό.
Τώρα γιατί όλα αυτά; Μα για να φθάσω στην εμπειρία που είχα ως “τζιομπάνος” κάποια βραδιά που ο μεγάλος μου αδερφός απουσίαζε στο χωριό για «ψωμί». Με τη λέξη ψωμί εννοούσαν όλες τις προμήθειες. Οι Σαρακατσαναίοι σπάνια χρησιμοποιούσαν τη φράση «κάτσε για φαγητό», αλλά κάτσε να φάμε ψωμί, εννοώντας, βέβαια, ορίστε για φαγητό.
Έτσι βρέθηκα κάλφας ( βοηθός ) του μικρότερου αδελφού μου, του Γιώργου. Αρμέξαμε τα πρόβατα, δηλαδή ο Πατέρας μου με τον αδελφό μου τα άρμεξαν, εγώ κτυπούσα στην στρούγκα. Πού σκέψη για άρμεγα; Επιχείρησα κάποτε και πιάστηκαν τα χέρια μου, αν και ο Πατέρας μου με διαβεβαίωνε ότι σε όλους συμβαίνει αυτό την πρώτη φορά και είχε δίκιο. Δύσκολη δουλειά το άρμεγμα των προβάτων σε αντίθεση με των γιδιών
Λίγο πριν τη δύση του Ήλιου ξεκίνησαν τα πρόβατα και εμείς από κοντά φορτωμένοι το ταλαγάνι, τη φτσέλα με το νερό και βέβαια τον τρουβά με το ψωμοτύρι και κανένα κρεμμύδι ή σκόρδο.
Άρχισαν να ανεβαίνουν τα πρόβατα μια πλαγιά που οδηγούσε προς την υποαλπική ζώνη, Αρτομίρη τη λέγανε, όπου η χορτονομή ήταν πλούσια. Εγώ ασθμαίνοντας υπό το βάρος του ταλαγανιού και των λοιπών., ακολουθούσα από το πάνω φτερό του κοπαδιού που ήταν και το ευκολότερο, σκοντάφτοντας συνεχώς καθόσον άμαθος στο νυχτερινό περπάτημα. Ο αδερφός μου ακολουθούσε από το κάτω φτερό που ήταν και το πιο επικίνδυνο, διότι η επίθεση του λύκου από το κάτω φτερό γίνεται και αυτό το γνωρίζουν πολύ καλά οι τζιομπαναραίοι και κατά παράξενο τρόπο το γνώριζαν και τα σκυλιά μας. Είχαμε δύο καλά σκυλιά, τον Κεμάλ και τη Βουλγάρα . Ο Κεμάλ πελώριος, τριχωτός, που τον έβλεπες σου κοβότανε η μιλιά, η Βουλγάρα αεικίνητη, να φέρνει το κοπάδι γύρω γύρω, να μην της ξεφεύγει το παραμικρό. Τι τα θέλετε τα σκυλιά κάνουν τον καλό τζιομπάνο, αυτά φυλάνε τα πρόβατα, ο άνθρωπος την καθοδήγησή τους έχει. Αυτό το γνώριζαν καλά οι Σαρακατσαναίοι και φρόντιζαν να έχουν πάντα τα καλλίτερα. «Σκύλα από κοπάδι και νύφη από σειρά».Όσον αφορά δε τη διατροφή τους, προτιμούσε να μη φάει αυτός παρά να μείνουν νηστικά τα σκυλιά.. Το άλφα και ωμέγα στη φύλαξη του κοπαδιού, νοήμονα ζώα τα σκυλιά, σύντροφοι των ανθρώπων από αρχαιοτάτων χρόνων. Άφησε κάπου ο Τζιομπάνος την κάπα του, ο σκύλος εκεί φρουρός ακοίμητος, μην διανοηθείς να πλησιάσεις. Γέννησε η προβατίνα κάπου μακριά από το κοπάδι, εκεί το σκυλί φρουρός, δίπλα της. Κατά την εποχή της γέννας των προβάτων, απουσιάζει το σκυλί, ξέρει ο Τζιμπάνος ότι κάποια προβατίνα γέννησε και το σκυλί είναι κοντά της. Το φωνάζει, ανταποκρίνεται και βρίσκει την προβατίνα με το νεογέννητό της.. Τι να σας πω, σκηνές που δεν σε αφήνουν ασυγκίνητο.
Με τα πολλά και κουρασμένοι φθάσαμε στον προορισμό μας, όπου τα πρόβατα αφού είχαν χορτάσει, κοπαδιασαν, - μαζεύτηκαν σε ένα μέρος και κοιμήθηκαν. Ξαπλώσαμε και εμείς περιμετρικά με τα σκυλιά και αποκοιμηθήκαμε για κάνα δίωρο μέχρι την ανατολή του Αυγερινού ( πλανήτης Άρης), λίγο πριν την ανατολή του Ήλιου... Ακολούθως άρχισε η αντίστροφη πορεία, ώστε πρωί και πριν ζεστάνει ο Ήλιος το κοπάδι να βρίσκεται στο στάλο. Αν αργήσουν παραπάνω από τις εννιά πάνω κάτω ανάλογα με τη μέρα, δηλαδή αν είναι ζεστή ή δροσερή, και πριν τα πρόβατα μαζευτούν σωρό – κουβάρι, βάζοντας το ένα το κεφάλι του κάτω από την κοιλιά του άλλου για να προφυλαχτούν από τον Ήλιο, είναι αδύνατο να τα μετακινήσεις και θα σου μείνουν μεσοπλαγιάς, ανάρμεχτα. ..
Τέλος φθάσαμε στο γραίκι μας, τα αρμέξαμε, τυροκομίσαμε το γάλα και πέσαμε για ύπνο. Ήταν τόση πολύ η κούρασή μου που κοιμήθηκα συνεχώς μέχρι τις πρώτες απογευματινές ώρες, δηλαδή περίπου έξι ώρες συνεχώς.
Και να έλθω τώρα στην επισήμανση που έκανα στην αρχή του κειμένου:Για να έχεις γνώμη πρέπει να έχεις γνώσεις. Νόμιζα, ο αφελής, ότι το επάγγελμα του τζιομπάνου το μόνο που έχει να αντιμετωπίσει είναι η μοναξιά. Αμ δε, τα άλλα είναι περισσότερο δύσκολα. Παλεύει συνεχώς με τις αντίξοες καιρικές συνθήκες και τα αγρίμια της υπαίθρου. Οι λύκοι τότε και μέσα στα χωριατόσπιτα έμπαιναν και έσφαζαν ό,τι έβρισκαν. Και το καταραμένο αυτό ζλάπι αν έμπαινε στο κοπάδι και αν δεν το αντιλαμβανόσουνα έγκαιρα, μπορούσε να σου σφάξει και δέκα και είκοσι πρόβατα. Ήταν η μάστιγα της υπαίθρου. Μην συγκρίνετε τη σημερινή κατάσταση με τις συνθήκες που επικρατούσαν τότε. Τώρα τα γιδοπρόβατα θρέφονται καλά και το βράδυ κλείνονται στα μαντριά, είναι χορτάτα. Σήμερα με ένα κιλό γάλα αγοράζεις ίσαμε 5-6 κιλά καλαμπόκι ή κριθάρι ή στάρι. Τότε ίσχυε το αντίθετο περίπου, δηλαδή 2-3 κιλά γάλα για ένα κιλό κριθάρι. Το καλαμπόκι δεν περίσσευε, χρησιμοποιούνταν για την παρασκευή της περίφημης μπομπότας . Η κατάσταση αυτή ίσως ξενίζει κάποιους αλλά αυτή ήταν η πραγματικότητα.
Ο σκάρος σήμερα είναι άγνωστος και ως λέξη και ως πρακτική.
Τότε τα ζώα πεινούσαν και βόσκαγαν και τη νύχτα, με συνέπεια ο τζιομπάνος να μένει ξάγρυπνος δίπλα στο κοπάδι του.
Σήμερα η προβατοτροφία είναι σχεδόν σταυλισμένη, τίποτα δεν αφήνεται στην ελεύθερη βοσκή, οι δε αποδόσεις σε γάλα και κρέας πολλαπλάσιες, κάτι που επιτρέπει την ανάπτυξή της σε επιχειρηματική βάση, χώρια που και η δύσκολη δουλειά του αρμέγματος γίνεται με μηχανές.
Όλα άλλαξαν, τζιομπαναραίοι δεν υπάρχουν πλέον με την παλιά τους μορφή, μόνο εργαζόμενοι και μάλιστα για ορισμένες ώρες τη μέρα, το δε βράδυ κοιμούνται στο σπίτι τους. . .
Κωνσταντίνος Γαλλής