Σάββατο 15 Μαΐου 2021

Τα δύσκολα χρόνια

Τυχεροί όσοι δεν έζησαν τη λαίλαπα του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου και την εμφύλια σύρραξη στη συνέχεια. Όσοι επέζησαν των δύο αυτών  καταστροφών άρχισαν από την αρχή να κτίζουν την πατρίδα. Παλιά, πριν το 1950, το χωριό μου, Πέτρινο Καρδίτσας, ένα χωριό στις νότιες ποδιές του βουνού Ντοπρούσι, πέρα από το οποίο αρχίζει ο περίφημος Θεσσαλικός κάμπος Καρδίτσας – Τρικάλων, αλλά και το έλος Πέτρινου – Αγίου Δημητρίου, οι συνθήκες διαβίωσης τους θερινούς μήνες ήταν πολύ δύσκολες λόγω των κουνουπιών. Από την ώρα που βασίλευε ο Ήλιος σύννεφα  κατέκλυζαν την ατμόσφαιρα και δυσκόλευαν ακόμη και το περπάτημά σου. Ακάλυπτο μέρος στο σώμα σου ήταν αδύνατο να αφήσεις. Οι γυναίκες μπουρμπουλωμένες με τις μαντίλες, μακριά φορέματα, κάλτσες στα πόδια, τίποτα ακάλυπτο. Οι άνδρες με τα καπέλα μέχρι τα αυτιά και μακριά μανίκια. Ό,τι μπορούσε να τους προστατέψει το χρησιμοποιούσαν, ακόμη και αξύριστοι έμεναν. Και δεν ήταν μόνο τα κουνούπια, ήταν και οι ψείρες με τους ψύλλους και από πάνω και οι κοριοί. Και τι δεν μετέρχονταν οι κάτοικοι για να προστατευτούν, ακόμη και φωτιές με βουνιές αγελαδινές, που τις ετοίμαζαν για καύσιμη ύλη το χειμώνα ζυμωμένες μα άχυρα, έκαιγαν σε μια άκρη για να διώχνουν τα ενοχλητικά ζουζούνια και κυρίως τα κουνούπια. Τα βράδια ποτέ δεν κοιμούνταν μέσα στα σπίτια τόσο από την αφόρητη ζέστη όσο και από τα κουνούπια. Και να διευκρινίσω εδώ ότι η συντριπτική πλειονότητα των σπιτιών ήταν πλινθόκτιστα και ισόγεια, χαμηλοτάβανα και με μικρά παράθυρα. Τα πλιθιά ήταν άψητα τούβλα, μεγαλύτερα και κατασκευάζονταν ως εξής: Διάλεγαν το χώμα από μαύρη άργιλο, το  ζύμωνα με άχυρά ώσπου να γίνει ένας εύπλαστος πολτός και στη συνέχεια τον πολτό αυτό τον έριχναν σε ειδικά ξύλινα καλούπια, όπου «τραβούσαν», έβγαζαν τα καλούπια και τα άφηναν στον Ήλιο να ξεραθούν καλά. Και τα πλιθιά έτοιμα. Τα σπίτια αυτά κρατούσαν κάποια δροσιά και κυρίως ζέστη το χειμώνα. Εσωτερικά τα παλάμιζαν πάλι με χώμα και τα άσπριζαν με ασβέστη. Κάθε σπίτι μπροστά στην αυλή είχε έναν σοφρά, δηλαδή ένα υπερυψωμένο κατασκεύασμα ύψους πάνω από ένα μέτρο, πάνω στο οποίο κοιμότανε όλη η οικογένεια. Ο λόγος αυτής της ενέργειας ήταν ότι έξω το βράδυ δρόσιζε αρκετά και μπορούσες να σκεπάσεις και το κεφάλι, αποκτώντας έτσι αρκετή προστασία. Το έλος απείχε από  το χωριό δύο χιλιόμετρα περίπου και κρατούσε νερό χειμώνα καλοκαίρι , ήταν κατάφυτο από υδροχαρή φυτά, ύψους γύρω στα δύο μέτρα ή και  περισσότερα, με κυρίαρχα το βάλτο και τα καλάμια, αλλά και πολλά αγρίμια και ιδίως λύκους και αλεπούδες. Οι λύκοι τότε αποτελούσαν μια συνεχή πληγή για την κτηνοτροφία του χωριού. Έμπαιναν σε μαντριά που ήταν κυριολεκτικά δίπλα από το σπίτι και,  αν δεν τον αντιλαμβάνονταν γρήγορα τα σκυλιά ώστε με τα χαρακτηριστικά φοβισμένα γαυγίσματά τους να ειδοποιήσουν γρήγορα το νοικοκύρη, μπορούσε να σου σφάξει αρκετά πρόβατα. Θυμάμαι μια τέτοια περίπτωση από το σπίτι μας. Κολλητά σχεδόν με το σπίτι μας μαντρώναμε λίγα ανήμπορα πρόβατα που δεν μπορούσαν να ακολουθήσουν το κοπάδι. Μπαίνει ο λύκος ένα βράδυ, τον αντιλαμβάνεται ένα ζαγάρι που είχαμε στο σπίτι και μέχρι να πάει ο πατέρας μου μας χάλασε μια προβατίνα.
Θυμάμαι μικρός φύλαγα κάτι γεννημένες προβατίνες με τα αρνάκια τους απέναντι από το μαντρί μας. Ήταν μια ηλιόλουστη μέρα και ακούω φωνές από τα γύρω καραούλια: λύκος! Λύκος! 
Τρέχω προς την παρακείμενη κορυφή λίγα μέτρα από το κοπάδι και έντρομος βλέπω να έρχεται ένας πελώριος λύκος! Προσπαθώ να φωνάξω αλλά φωνή δεν έβγαινε και άθελά μου κάθισα καταγής. Ούτε να φωνάξω μπορούσα ούτε να τρέξω, είχα «παγώσει». Ευτυχώς κατά πόδι στο λύκο έρχονταν τα σκυλιά μας, μάλιστα ένα παρδαλό σκυλί μας, ο Βελής, όλο και κέρδιζε έδαφος. Τότε αναθάρρεψα και σηκώθηκα. Ποιο πάνω τον έφθασε ο Βελής και τον άρπαξε, αντιστάθηκε ο λύκος και άρχισε σκληρή πάλη, ο λύκος να προσπαθεί να φύγει και το σκυλί να προσπαθεί να τον ρίξει κάτω, θέαμα τρομερό και πρωτόγνωρο για μένα. Εν τω μεταξύ έφθασαν και άλλα σκυλιά αλλά κανένα δεν τολμούσε να πλησιάσει, γαύγιζαν από μακριά. Τελικά ξεφεύγει ο λύκος και άρχισε πάλι να τρέχει, ώσπου χάθηκε πίσω από τη ράχη με τα ψηλά παλιούρια και πουρνάρια
Τι τα θέλετε λίγα σκυλιά τα βάζουν με τους λύκους και ένα από αυτά ήταν και ο Βελής, δυνατό και ατρόμητο. Τελικά αυτό το σκυλί το έφαγαν οι λύκοι το 1946 στο Βίτσι. Πλήρωσε την παλικαριά και ψυχραιμία του..

Κωνσταντίνος Γαλλής




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Οι όροι χρήσης που ισχύουν για τη δημοσίευση των σχολίων, έχουν ως εξής: Σχόλια ανώνυμα, σχόλια τα οποία είναι υβριστικά ή περιέχουν χαρακτηρισμούς ή ανώνυμες καταγγελίες που δεν συνοδεύονται από αποδείξεις θα αφαιρούνται. Η "Ιτέα Καρδίτσας" δεν παρεμβαίνει σε καμία περίπτωση για να αλλοιώσει το περιεχόμενο ενός σχολίου εφόσον πληρεί τις προϋποθέσεις. Σε καμιά περίπτωση τα σχόλια δεν αντιπροσωπεύουν την "Ιτέα Καρδίτσας". Επίσης ο διαχειριστής διατηρεί το δικαίωμα να αφαιρεί οποιοδήποτε σχόλιο θεωρεί ότι εμπίπτει στις παραπάνω κατηγορίες. Με την αποστολή ενός σχολίου αυτόματα αποδέχεστε και τους όρους χρήσης.

Ο διαχειριστής