Αφορμή για την σκέψη αυτή ηταν φυσικά η ξεφτίλα με το στικάκι, τον φαιδρό καθηγητή – επαρχιώτη δικολάβο- επίδοξο «ηγέτη» της χώρας και βαρύγδουπα, ιστορικά ονόματα του χώρου της Εθνικής Ασφάλειας.
Πηγαίνοντας λίγο πιο πίσω, σκέφθηκα την υπόθεση Οτζαλάν, την σκέφθηκα ψύχραιμα, επιχειρησιακά, χωρίς συνωμοσιολογική διάθεση …
Ακόμη, την οδό Νιόβης και την δύστυχη Αμαλία, το φιάσκο της δυτικής Ιμιας, τις φωτιές της Πάρνηθος και της Πελοπονήσσου…
Μοιάζει ενα αόρατο νήμα αστοχίας, κάτι σαν κατάρα του Φαραώ να ενώνει αυτές τις μεταξύ τους ανεξάρτητες, ασχετες υποθέσεις, μια προειδοποίηση οτι ερχονται και αλλα, χειρότερα, κάτι λέγει οταν ακούς πως «ο κρατικός μηχανισμός είναι σε ετοιμότητα» καλύτερα να τα μαζεύεις…
Τι μπορεί να φταίει που ενα κράτος στέλνει ψυχωμένους στρατιώτες να φυλάξουν Θερμοπύλες χωρίς μπαταρίες για τους ασυρμάτους ; Τι μπορεί να φταίει που σε μια τυπική περίπτωση επεμβάσεως των ειδικά εκπαιδευμένων, θωρακισμένων, οπλισμένων ΕΚΑΜ καταφθάνει για χειρισμό κρίσεως ο Αρχηγός της ΕΛΑΣ με το …κουστούμι του και τραυματίζεται απο θραύσμα χειροβομβίδος ενώ η ομηρος πεθαίνει αβοήθητη ; Τι μπορεί να φταίει που ενας απίστευτος θίασος «πρακτόρων», υπουργών, απόστρατων, ποιητριών και στ@ρχιδιστών υπαλλήλων χειρίζεται με την γνωστή αποτελεσματικότητα μια υπόθεση που μπορούσε να εμπλέξει σε πόλεμο την χώρα ;
Πόσο εκτίθεται μια χώρα οταν ενας ολόκληρος εσμός υπουργών, μυστικών υπηρεσιών, γενικών γραμματέων και «υπηρεσιακών παραγόντων» περιφέρει σε συρτάρια και φακέλλους ενα αρχείο που αφορά την οικονομική ασφάλεια του κράτους και που τους εδόθη για συγκεκριμένο σκοπό απο αλλη κρατική αρχή ;
Τι μπορεί να φταίει που ενας υπουργός, οχι απο τους πλέον αστοιχείωτους, αποφασίζει δίκην προπονητού ποδοσφαίρου να «παίξει αμυνα» οταν καίγεται η πρωτεύουσα και καταλύεται το Κράτος ;
Δεν είναι ομως μόνον αυτές οι εκδηλώσεις αστοχίας και παρακμής. Ζούμε σε μια ασχημη, βρώμικη πόλη, τα προάστια της γίνονται κατ’εικόνα της, οι εξοχές της και οι παραλίες της καλύπτονται απο ακαλαίσθητα, επιδεικτικά και εκτός τόπου και κλίματος τερατουργήματα.
Αυτονόητες λειτουργίες της πόλεως απαιτούν να εγκύψει ο «κ. υπουργός» η ο δήμαρχος για την ομαλή διεξαγωγή τους, παντού στον δημόσιο χώρο και λόγο κυριαρχεί η ενταση, η κακογουστιά, η απαιδευσία, τα «λιι», τα «νιι» και η επαρχιώτικη μιζέρια.
Το αόρατο νήμα που συνδέει ολα αυτά τα συμπτώματα παρακμής της πόλεως, στην ουσία της χώρας πιστεύω οτι αρχίζει να ξετυλίγεται 50 – 60 χρόνια πρίν.
Με την συσώρευση σε μια μητρόπολη που δεν πρόλαβε να γίνει πραγματική μητρόπολη προνεωτερικών στρωμάτων της «αγνής ελληνικής υπαίθρου». Εάν η αρχή εγινε με την ανοικοδόμηση του 50 – 60 (και τότε δικαιολογημένα, η ανάταξη απαιτούσε ανειδίκευτα εργατικά χέρια), η επιχείρηση «αλωση της Αθήνας» ξεκίνησε συστηματικά επι στρατιωτικού καθεστώτος.
Το καθεστώς για τους δικούς του λόγους «ερριξε λεφτά» στην αγορά, ειδικά σ’αυτό που εμελλε να εξελιχθεί στο ιδεολόγημα των «ατμομηχανών της οικονομίας», τις δυο πληγές της Ελλάδος, τον τουρισμό – διασκέδαση – φαγητό και την οικοδομή. Το τσιμέντο, η υποκουλτούρα, το «καμάκι» που θα μετεξελιχθεί σε ασύδοτη πορνολαγνεία, τα επαρχιώτικα ηθη και εθιμα ομού μετά της «παραδόσεως», των βλαχοπανήγυρων, της θρησκοληψίας, των παραθρησκευτικών “events”και λοιπών γνωρισμάτων της επαρχίας εγκαταστάθηκαν για τα καλά στην Αθήνα. Η μεταπολίτευση βρήκε εναν ετοιμο χυλό απο επήλυδες δεκαετίας, με τα κλαρίνα τους, την δίψα για μπουζούκια και παραλία που τους …μεταλαμπάδευσε η Δέσποινα, τα μυτερά παπούτσια και τα μουστάκια, τα «φτιαγμένα» χρέπια με ζαντολάστιχα και πολλαπλές και κυρίως διψασμένους για μεγαλείο, για σπουδές και κοινωνική καταξίωση μέσω πτυχίου. Πτυχίου που θα πιστοποιούσε την υψηλή παγαλική ικανότητα του κατόχου, την ακόρεστη φιλοδοξία του και την απολύτως ανύπαρκτη κουλτούρα του…Θα γινόταν ομως γιατρός, δικηγόρος και βεβαίως πολιτικός μηχανικός, για να αναπαραγάγει στην πόλη την αυθαιρεσία και την ανυπαρξία συνειδήσεως πολίτη του χωριού του. Αν οχι, θα γινόταν «κάτι» στο φιλόξενο δημόσιο, θα «τρούπωνε» για να ξενοιάσει απο την κοινωνία της ανάγκης και της μιζέριας στο χωριό…
Το ανοιγμα των συνόρων, τα φθηνά ταξείδια, τα φθηνά μεγάλου κυβισμού «αμάξια», ο επαναπατρισμός βλάχων με ευρωπαικό λούστρο τύπου Κωστόπουλου επέτειναν το πολιτισμικό χάος και πάντρεψαν την τελευταία λέξη των ευρωπαικών trends με το βλαχομπαρόκ αγροτών και αγροτόπαιδων που μόλις αρχισαν να εσπράττουν τις επιδοτήσεις της τότε ΕΟΚ. Kακοχωνεμμένη καταστασιακή φιλοσοφία, ολίγη απο ψυχανάλυση, «μετα- μοντέρνα» αρχιτεκτονική, πολύς Μάιος του 68, γεγονότα, εννοιες και αναζητήσεις που χρειάσθηκαν κάτι αιώνες και δυο παγκοσμίους πολέμους ,την υπέρβαση της «σπάνιδος των αγαθών» και την σφυρηλάτηση αστικής συνειδήσεως απο το 1300 για να παραχθούν στην Δύση ξεχύθηκαν με ορμή στην Ελλάδα της Βουγιουκλάκη και της εικόνος της Παναγίας της Τήνου στο Webley …
Το τελικό ομως, συντριπτικό κτύπημα ηλθε το 81… Ο Ανδρέας εσυρε το ΚΚΕ σε μια δεύτερη «συμφωνία της Βάρκιζας» με την αναγνώριση της «Εθνικής Αντίστασης» και την εκχώρηση της … αντιπροσωπείας των «προοδευτικών δυνάμεων» στο ΠΑΣΟΚ. Η «μεγάλη δημοκρατική παράταξη» εγινε μεγάλη, πολύ μεγάλη, τόσο που χώρεσε απο τον Δροσογιάννη με τα κομμένα αφτιά «κατσαπλιάδων» στην ζώνη του το 47 – 49 εως τον …Καπετάν Μάρκο ! Ο Γιαννόπουλος με σηκωμένη γροθιά εβαζε την μπάντα της ΑΣΔΕΝ να παίζει «Εμπρός ΕΛΑΣ για την Ελλάδα» στην Ακρόπολη και κάθε τυχερός που ο παπούς του ηταν Αετόπουλο στην κατοχή η πέρασε απο το χωριό του ο Αρης εισβάλλει στο Δημόσιο… Τα κάστρα της Λακωνίας και της Αιτωλοακαρνανίας στην Αστυνομία και την Χωροφυλακή γκρεμίζονται απο «δημοκράτες» και Κρήτη, Κυκλάδες , Αχαία και Ηλεία γίνονται τροφοδότες κάθε είδους θεσμού,υπηρεσίας, και οργανισμού.
Το παράλληλο ξήλωμα των παραδοσιακών -eo ipso «χουντικών» - οργανογραμμάτων, η κατάργηση των Γενικών Διευθυντών, η κατάλυση της Καθηγητικής εδρας στα Πανεπιστήμια, η αναβάθμιση των συνδικαλιστών σε συγκυρίαρχη βαθμίδα εξουσίας απο τις επιχειρήσεις εως τα υπουργεία οδηγούν στην αντικατάσταση των τυπικών μορφών αξιολογήσεως, ανελίξεως και ποιότητος με επαρχιώτικα κριτήρια.
Τα υπουργεία, τα νοσοκομεία, Στρατός και Αστυνομία, ΔΕΗ, ΟΤΕ γεμίζουν «ντοπιολαλιές» και «κουρασμένους» ξωμάχους που επιτέλους επιασαν στασίδι για να ξαποστάσουν εξόδοις μας. «Απο πού εισαι» σε ερωτούν αμα τη εισόδω σε δημόσια υπηρεσία και μένουν αφωνοι οταν τους λές «απο εδώ, Αθήνα», ενίοτε η συνενόηση γίνεται δύσκολη λόγω ιδιωματισμών και accent για να το πώ ευγενικά… Ακόμη και οι τρομοκρατικές οργανώσεις συγκροτούνται με «Ικαριώτες» και «Θεσπρωτούς» που τρέφονται πνευματικά σε «ρεμπετάδικα» και ψητοπωλεία!
Ολος αυτός ο συρφετός κουβαλά την «πολιτισμική του σκευή». Το συγγενολόι και τις υποχρεώσεις, το συντοπιτιλίκι, τις αδειες «για τις ελιές», τις εξυπηρετήσεις στο γιό του μπαρμπα-τάδε, το κουτσομπολιό του καφενέ, το ρουφιανιλίκι και την οπισθοβουλία της επαρχίας.
Η δημόσια ζωή μπολιάζεται με την χωριάτικη κουτοπονηριά και τον βρώμικο ωφελιμισμό, οπως στο χωριό που ολοι γνωρίζουν οτι η τάδε εκδίδει την ανήλικη κόρη της αλλά δεν λένε τίποτε στους «ξένους», αφού …συμετέχουν στην πανδαισία. Ο δημόσιος χώρος εξευτελίζεται, βιάζεται, ρυπαίνεται και καταλαμβάνεται, οπως ακριβώς στην «αγνή υπαιθρο», που είναι ολα δικά μας «οσο πάει η πέτρα»… Η αξυρισιά, το προκοίλι, τα μουστάκια, ο ενικός, το κατακόκκινο απο τα τσίπουρα πρόσωπο, η εξαλοσύνη γίνονται τυπικά γνωρίσματα του δημοσίου λόγου… Η αστική ευγένεια, ο διαχωρισμός της δημόσιας απο την προσωπική – ιδιωτική σφαίρα κατεδαφίζονται, οι αρχοντοχωριάτες που λυμαίνονται την πολιτική, τα ΜΜΕ και την (παρα) οικονομία επιδεικνύουν κουστούμια, γκόμενες, αυτοκίνητα, βίλλες και «μαγκιά» οπως κωδικοποιεί αυτήν την νεαντερτάλειο συμπεριφορά επιφανής θεωρητικός της επαρχιωτίλας και του νεοπλουτισμού.
Δεν ιχυρίζομαι οτι η Αθήνα ηταν ποτέ το πρότυπο δυτικής πόλεως. Δεν μπορούσε, γιατί πάντα υφίστατο τον αποικισμό απο τους κοτζαμπάσηδες της επαρχίας (οι γνωστές οικογένειες που μονοπωλούν την πολιτική ζωή εδώ και εξήντα χρόνια μόνο Αθηναίοι δεν ησαν), γιατί το χρονικό βάθος της λειτουργίας της ως πόλη, ως μητρόπολη ηταν περιορισμένο. Οι κοτζαμπάσηδες πολιτικοί διατηρούσαν πάντα τις διασυνδέσεις με την επαρχία, μετέφεραν εγκάθετους και ψυχοπαίδια , εγκαθίδρυσαν το πελατειακό τους κράτος ηδη απο την εκχώρηση Συντάγματος το 1843 και ποτέ δεν απέκτησαν τα χαρακτηριστικά ηγετικού, εκσυγχρονιστικού, αστικού στρώματος οπως στις Ευρωπαικές πόλεις με ιστορία πέντε η εξη αιώνων.Η πόλη παρέμεινε ερμαιο ολίγων οικογενειών Αρβανιτών(που διέθεταν τη γή), τέως οπλαρχηγών, πρακτόρων των Μεγάλων Δυνάμεων, μεγαλεμπόρων και εφοπλιστών, με λίγα λόγια ενα αθροισμα απο αρματωλίκια, ενα κατακερματισμένο Κράτος – ομοσπονδία συμφερόντων οπου ο βασικός ορος υπάρξεως του αστεως, ο σεβασμός στον δημόσιο χώρο ηταν απολύτως σχετικοποιημένος σε συνάρτηση με την ισχύ των συμμοριών.
Εάν στο Παρίσι του 1822 οι νεωτερικές, αστικές δομές της πόλεως που συγκροτήθηκε ως πόλη απο τον 14ο αιώνα συντρίβουν την επαρχιώτικη επαρση και φιλοδοξία του Lucien των «χαμένων ψευδαισθήσεων» και τελικώς τον ξαναστέλνουν στην κωμόπολη του, στην Αθήνα του 50 και ειδικώς του 70 – 80 ΔΕΝ υπάρχουν αστικές δομές η είναι εξασθενημένες και ανολοκλήρωτες.
Δεν αρκούν για να ορθώσουν τείχη στην κακογουστιά, στην αρπακτικότητα των επι γενεές στερημένων κοινωνικών στρωμάτων, στην ματαιοδοξία, στην χωλή «ανάπτυξη» και στην εξαγορά με το εύκολο παρασιτικό χρήμα των επιδοτήσεων και της οικοδομικής φούσκας η του μαζικού τουρισμού με 300 % κέρδος. «Μεγάλοι ανδρες της επαρχίας» με την σημασία που αποδίδει ο Balzac στον ορο ιδρύουν περιοδικά και ραδιόφωνα και σαλπίζουν εφοδο κατά της – οποιας- ποιότητος πρόλαβε να υπάρξει στον βραχύ βίο της πρωτεύουσας ως μητρόπολη.
Τα αποτελέσματα είναι ορατά. Ημιμαθείς, αγράμματοι πτυχιούχοι, αγοραίοι επιχειρηματίες, καρριερίστες και αδίστακτοι στελεχώνουν το Κράτος και την κοινωνία, γκρεμίζουν σε μια εκρηξη ηδονοθηρίας και «παρασιτικής πρωταρχικής συσωρεύσεως» ας μου συγχωρεθεί η εκφραση οτι εχει απομείνει απο τα παλαιά αστικά στρώματα σε ολους τους τομείς. Οι βάσεις για την συγκρότηση του κλεπτοκρατικού εσμού κουμπάρων, θείων, εξαδέλφων, συζύγων που παρελαύνουν σήμερα στα ανακριτικά γραφεία εχουν μπεί και λειτουργεί πλέον αυτόνομα η μαφία που θα κλέψει, θα ξεπλύνει και θα κυκλοφορήσει το μαύρο χρήμα της «αναπτύξεως» και των εξοπλισμών. Νησίδες πραγματικής οικονομίας, κοπιώδη επιτεύγματα του μεσοπολέμου και της δεκαετίας του 50 της οποιας «λούμπεν μεγαλοαστικής τάξης» οπως τα ναυπηγεία, η πολεμική βιομηχανία, η μεταποίηση που περικλείουν εξειδίκευση, εμπειρία και βιομηχανικού τύπου δεξιότητες εγκαταλείπονται για χάρη της οικοδομής και του παρασιτικού εμπορίου ειδών πολυτελείας, για χάρη του υπερανεπτυγμένου τομέα των υπηρεσιών. Τράπεζες, ασφάλειες, γκαρσόνια, τραγουδιστές, αυτοκινητάδες, γελωτοποιοί, «δημοσιογράφοι» και απασχολούμενοι στα ΜΜΕ διογκώνουν τον στρατό των αεριτζήδων, των απολύτως ανίκανων για παραγωγική, εξειδικευμένη, βεμπεριανή εργασία.
Οι κρατικοί υπάλληλοι δουλεύουν μόνο με μπαξίσι η πεσκέσι οπως ο χωροφύλακας και ο βλαχοδήμαρχος στο χωριό, τα πελατειακά δίκτυα καταπνίγουν κάθε «γηγενή», αστική δραστηριότητα εκτός κομματικού – τοπικιστικού ελέγχου. Είναι αδύνατον να σταδιοδρομήσεις στο Δημόσιο με απλά κριτήρια ποιότητος : Οι εφημερίδες σχολιάζουν ανοικτά οτι για την συγκρότηση της κυβερνήσεως πρέπει να υπάρχει γεωγραφική ισορροπία, λές και είμαστε στην Συρία η το Ιράκ…Είναι αδύνατον να επενδύσεις στην Κρήτη εάν δεν περάσεις απο τα τοπικιστικά – κομματικά δίκτυα, διαφοροποιούμενα ανά νομό και οικογένεια νονών… Οι προαγωγές στον Στρατό και την Αστυνομία γίνονται πρωτίστως με τοπικιστικά κριτήρια… Οι εκλογές και οι σχεδιασμοί για το μέλλον της χώρας αποφασίζονται με το εορτολόγιο και τις εξορμήσεις των βλαχοδημάρχων – βουλευτών στα χωριά τους «για να ψήσουν τον κόσμο στα καφενεία»…
Πώς μπορεί αυτό το συνονθύλευμα να λειτουργήσει ως χώρα και να στελεχώσει ενα στοιχειωδώς λειτουργικό Κράτος ;
Δεν μπορεί ολοι οι πολιτικοί και οι Πρωθυπουργοί να ηταν πράκτορες, απατεώνες και ανίκανοι. Μήπως το apparat, το κρατικό «εργαλείο» που είχαν στην διάθεση τους ηταν σκάρτο ; Μήπως η χώρα εδήλωσε παρουσία σε ενα διεθνές παίγνιο οπου οι παίκτες είχαν στην διάθεση τους πραγματικά εργαλεία, πραγματικούς μηχανισμούς με ιστορία και εμπειρία ; Μήπως ανισιτόρητοι, ανώριμοι, αμαθείς κρατικοί υπάλληλοι, με μόνο εφόδιο την ελληνοχριστιανική υπεραναπλήρωση προσπάθησαν να αντιμετωπίσουν οργανωμένους μηχανισμούς με παράδοση και κουλτούρα κρατικής συνέχειας αιώνων και η χώρα μπήκε στην Ευρώπη με «πολιτική απόφαση» που δεν ελαβε υπόψη την πραγματική κατάσταση οχι μόνον της οικονομίας αλλά πρωτίστως της ράθυμης, ανατολίτικης, οθωμανικού τύπου κοινωνίας ;
Τι πιθανότητες επιτυχίας εχει ενας αποσπασμένος σε ειδική Υπηρεσία, εντελώς αστοιχείωτος γεωπολιτικά υπάλληλος, με ανιστόρητους και αδιάφορους, τυπολάτρες προισταμένους σε μια υπόθεση διακινήσεως κάτω απο την μύτη της CIA και της ΜΙΤ ενός Οτζαλάν ;
Πόσο μπορεί να αποδώσει σε φωτιές οπως του 2007 ενας αξιωματικός της Πυροσβεστικής που δεν ξέρει να διαβάσει χάρτη και αγνοεί τις πληροφορίες αναγλύφου που του παρέχει ο χάρτης επειδή «μπήκε» στο Σώμα με ενα τενεκέ λάδι η ενα «σημείωμα»συντοπίτη υπουργού ;
Πώς μπορεί να λειτουργήσει πολεοδομία η δασαρχείο ελεγκτικά οταν οι υπάλληλοι τους είναι εξοικειωμένοι και συμφιλιωμένοι με την αυθαιρεσία και την ασέβεια στον δημόσιο χώρο απο την ιδια τους την κουλτούρα ;
Τα παραπάνω είναι απλώς ενδεικτικά. Το δηλητήριο της προνεωτερικής, οθωμανικού τύπου κουλτούρας της «αγνής επαρχίας», εχει διαλύσει για τα καλά κάθε είδους κοινωνική δραστηριότητα και κρατική προσπάθεια για συμμάζεμα και ανάπτυξη. Η εγγενής στην ελληνική κοινωνία κινητικότης, αυτή η απίστευτη δυνατότητα ανελίξεως μέσω «παράπλευρων», εξωθεσμικών, λαθρόβιων και εν πολλοίς τοπικιστικών μηχανισμών που «θολώνει» την ταξική της συγκρότηση εως την πλήρη απουσία της παραλύει κάθε προσπάθεια επιβολής εκ των ανω ορων και κανόνων. Παράλληλα, επιτρέπει στην εκάστοτε νεμόμενη την εξουσία ομάδα να κινείται κατά βούληση για την υποταγή και τον ελεγχο των υπολοίπων χωρίς σοβαρό κίνδυνο αντιδράσεων.Γιατί η καταγωγή, η γνωριμία του καφενείου η η κουμπαριά μπορούν να εξασφαλίσουν την μεταπήδηση σε αλλη …συμμορία η την επιβίωση με κάποιο «νταραβέρι», ενώ η ατιμωρησία και η χρόνια ανομία εχουν επιτρέψει την συσώρευση που εξασφαλίζει ανεκτή διαβίωση στους «δύσκολους» καιρούς.
Μια ολόκληρη γενιά ανθρώπων δεν είναι πια ούτε αγρότες, ούτε ψαράδες, ούτε βοσκοί… Επαψαν προ πολλού να είναι τεχνίτες, ειδικευμένοι εργάτες, παραγωγικοί, καινοτόμοι μηχανικοί. Είναι ατακτοι στρατιώτες εκπεσόντων βαρώνων και οπλαρχηγών, χωρίς προσανατολισμό, ερμαια της αναζητήσεως του προτέρου τρυφηλού βίου – οχι απαραίτητα εντιμου – , ανίκανοι ακόμη και να γυρίσουν στα χωριά τους και να θρέψουν την χώρα που εισάγει λεμόνια, πατάτες, τομάτες, τυριά και γάλα σε σκόνη και εξάγει …εξωχώριες εταιρείες και κλεψιμέικα ευρώ…
Μια ολόκληρη γενιά παρασιτεί σε καφετέριες, γήπεδα και τηλεοράσεις, καταναλώνει «ενημέρωση» απο ημι-εγγράμματους αετονύχηδες και κατόπιν Σκορδά και τούρκικα. Αυτό το τελευταίο και μόνο, μια κοινωνία που αυτοαποκαλείται Ευρωπαική, που βαυκαλίζεται οτι είναι πλέον μια Δυτικού τύπου μαζοδημοκρατία να αρέσκεται σε θέαμα που παραπέμπει σε προ-νεωτερικές δομές, σε καταστάσεις που υποτίθεται οτι αφήσαμε πίσω στο 60 λέγει πολλά… Λέγει πολλά για την «κατα κεφαλήν καλλιέργεια», για την συγκρότηση και την ποιότητα αυτής της κοινωνίας. Που στην πραγματικότητα δεν αφησε ποτέ πίσω της το χωριό, το εγκλημα τιμής, τις κτηματικές διαφορές, το κατιναριό στις ρούγες και το νυφοπάζαρο της πλατείας …
Η πόλη και η χώρα ολόκληρη είναι ενα μεγάλο χωριό, οπου ολοι ξέρουν ολους, διαπραγματεύονται με ολους, εκβιάζουν ολους, οι ευνοημένοι διαιωνίζουν η προσπαθούν τα κεκτημένα τους, οι εχοντες ανάγκη ψάχνουν για προστάτη – κοτζαμπάση και προσφέρουν ανοχή και ψήφο, τίποτε δεν είναι κρυφό, ολα είναι στο τραπέζι του καφενείου και οποιος αρπάξει.
Δυστυχώς εν ετει 2012, το ζητούμενο για την Ελλάδα παραμένει η αστική επανάσταση.
Σπύρος Σπυρόπουλος