Τριάντα, τριανταπέντε χρόνια πριν σε ένα χωριό όχι μακριά από την πόλη, τέτοια εποχή, η μέση αγροτική οικογένεια ετοιμάζονταν για τον χειμώνα. Έσπαζαν τις ρόκες από τα χωράφια και οι γυναίκες με τα παιδιά τους ξεμπομπόλιαζαν στις ρούγες των σπιτιών τους.
Κυρίως γυναίκες αλλά και άνδρες όπως και παιδιά ξεκινούσαν από νωρίς τα χαράματα για να μαζέψουν βαμβάκι στα χωράφια. Με τα τσουβάλια στις μέσες τους περνούσαν ώρες και μέρες ολόκληρες στον κάμπο μαζεύοντας βαμβάκι με τα χέρι.
Αργότερα το Νοέμβριο ολόκληρη η οικογένεια συγκεντρώνονταν γύρω από την ξύλινη σόμπα βγάζοντας το βαμβάκι από τα καρύδια.
Ούτε κιλό βαμβάκι δεν άφηναν να σαπίσει στα χωράφια.
Οι άνδρες είχαν και άλλη δουλειά.
Όργωναν τα χωράφια για να σπείρουν στάρια μετά τον Άη Δημήτρη.
Την ίδια εποχή οι ίδιοι ανέβαιναν στον Κόζιακα να μαζέψουν κάστανα για να τα μοιραστούν με τους γείτονες. Και αφού τέλειωναν με όλα αυτά έφευγαν για την Πελοπόννησο για να μαζέψουν ελιές.
Η πληρωμή τους ήταν το λάδι της χρονιάς!
Ήταν τόση η ανάγκη για δουλειά που μια γυναίκα έκανε τη διαδρομή μέχρι την Κυπαρισσία στο πορτ παγκάζ ενός ταξί!
Ναι, δεν είναι μύθος αλλά πραγματικό γεγονός στις αρχές της δεκαετίας του ΄80.
Ο ταξιτζής αντιμέτωπος με την απελπισία της γυναίκας υποχώρησε και την έβαλε στο πορτ παγκάζ αφήνοντας όμως, μισάνοιχτο για να μην πεθάνει από ασφυξία.
Ήταν νοικοκύρηδες με την κυριολεκτική έννοια της λέξης.
Δεν ήταν πλούσιοι αλλά ούτε και φτωχοί.
Δεν χρωστούσαν τίποτα αλλά δεν τους περίσσευαν κιόλας.
Έφτιαξαν σπίτι και αγόρασαν αγροτικά μηχανήματα.
Εγκατέλειψαν τον καμπινέ ανακαλύπτοντας τον πολιτισμό της εσωτερικής τουαλέτας.
Μεγάλωσαν και σπούδασαν παιδιά. Είναι οι γονείς μας. Είναι οι παππούδες μας και οι γιαγιάδες μας. Είμαστε εμείς που ξεχάσαμε ποιοι ήμασταν πριν από τρεις – τέσσερις δεκαετίες και εγκλωβιστήκαμε στην επίπλαστη ευημερία που ακολούθησε από τα μέσα της δεκαετίας του ΄80 και μετά.
Το ερώτημα είναι απλό:
Αφού εμείς ήμασταν που ζούσαμε δύσκολα αλλά τα καταφέρναμε τι ακριβώς μας εμποδίζει να τα ξανακαταφέρουμε;
Κολλήσαμε στα δεκαπέντε - είκοσι χρόνια της επίπλαστης ευημερίας;
Τόσο πολύ κακό μας έχουν κάνει αυτά τα λίγα χρόνια που ξερίζωσαν αρετές που διέκριναν αιώνες ολόκληρους το λαό μας;
Μπα, μια απόφαση είναι. Ας την πάρουμε για να γυρίσουμε τις ζωές μας αλλιώς…
Του Χρήστου Μάμαλη
Πηγή: Εφημ. «ΕΡΕΥΝΑ»
Κυρίως γυναίκες αλλά και άνδρες όπως και παιδιά ξεκινούσαν από νωρίς τα χαράματα για να μαζέψουν βαμβάκι στα χωράφια. Με τα τσουβάλια στις μέσες τους περνούσαν ώρες και μέρες ολόκληρες στον κάμπο μαζεύοντας βαμβάκι με τα χέρι.
Αργότερα το Νοέμβριο ολόκληρη η οικογένεια συγκεντρώνονταν γύρω από την ξύλινη σόμπα βγάζοντας το βαμβάκι από τα καρύδια.
Ούτε κιλό βαμβάκι δεν άφηναν να σαπίσει στα χωράφια.
Οι άνδρες είχαν και άλλη δουλειά.
Όργωναν τα χωράφια για να σπείρουν στάρια μετά τον Άη Δημήτρη.
Την ίδια εποχή οι ίδιοι ανέβαιναν στον Κόζιακα να μαζέψουν κάστανα για να τα μοιραστούν με τους γείτονες. Και αφού τέλειωναν με όλα αυτά έφευγαν για την Πελοπόννησο για να μαζέψουν ελιές.
Η πληρωμή τους ήταν το λάδι της χρονιάς!
Ήταν τόση η ανάγκη για δουλειά που μια γυναίκα έκανε τη διαδρομή μέχρι την Κυπαρισσία στο πορτ παγκάζ ενός ταξί!
Ναι, δεν είναι μύθος αλλά πραγματικό γεγονός στις αρχές της δεκαετίας του ΄80.
Ο ταξιτζής αντιμέτωπος με την απελπισία της γυναίκας υποχώρησε και την έβαλε στο πορτ παγκάζ αφήνοντας όμως, μισάνοιχτο για να μην πεθάνει από ασφυξία.
Ήταν νοικοκύρηδες με την κυριολεκτική έννοια της λέξης.
Δεν ήταν πλούσιοι αλλά ούτε και φτωχοί.
Δεν χρωστούσαν τίποτα αλλά δεν τους περίσσευαν κιόλας.
Έφτιαξαν σπίτι και αγόρασαν αγροτικά μηχανήματα.
Εγκατέλειψαν τον καμπινέ ανακαλύπτοντας τον πολιτισμό της εσωτερικής τουαλέτας.
Μεγάλωσαν και σπούδασαν παιδιά. Είναι οι γονείς μας. Είναι οι παππούδες μας και οι γιαγιάδες μας. Είμαστε εμείς που ξεχάσαμε ποιοι ήμασταν πριν από τρεις – τέσσερις δεκαετίες και εγκλωβιστήκαμε στην επίπλαστη ευημερία που ακολούθησε από τα μέσα της δεκαετίας του ΄80 και μετά.
Το ερώτημα είναι απλό:
Αφού εμείς ήμασταν που ζούσαμε δύσκολα αλλά τα καταφέρναμε τι ακριβώς μας εμποδίζει να τα ξανακαταφέρουμε;
Κολλήσαμε στα δεκαπέντε - είκοσι χρόνια της επίπλαστης ευημερίας;
Τόσο πολύ κακό μας έχουν κάνει αυτά τα λίγα χρόνια που ξερίζωσαν αρετές που διέκριναν αιώνες ολόκληρους το λαό μας;
Μπα, μια απόφαση είναι. Ας την πάρουμε για να γυρίσουμε τις ζωές μας αλλιώς…
Του Χρήστου Μάμαλη
Πηγή: Εφημ. «ΕΡΕΥΝΑ»