Πέμπτη 29 Ιανουαρίου 2015

7 χρόνια χωρίς τον Μακαριστό Χριστόδουλο

Πέρασαν κιόλας επτά χρόνια από τότε που μας “αποχαιρέτησε” ένας εμπνευσμένος ιεράρχης, ο Μακαριστός Χριστόδουλος.
Η Ορθοδοξία δεν θα τον ξεχάσει ποτέ…

Η ζωή του
Γεννήθηκε στις 17 Ιανουαρίου 1939, από πρόσφυγες γονείς. Η οικογένειά του καταγόταν από την Αδριανούπολη της Ανατολικής Θράκης και εγκαταστάθηκε στην Ξάνθη μετά τη Συνθήκη της Λωζάννης. Σε ηλικία 2 ετών, μετά την εμπλοκή της Ελλάδας στον Β” Παγκόσμιο Πόλεμο 1941, η οικογένειά του μετακόμισε για λόγους ασφαλείας στην Αθήνα όπου ο μετέπειτα Αρχιεπίσκοπος έζησε μέχρι την ηλικία των 35 ετών. Μαθήτευσε στο δημοτικό σχολείο Κοραής και ακολούθως στο Λεόντειο Λύκειο Πατησίων με άριστη επίδοση. Το 1962 έλαβε το πτυχίο της Νομικής σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών με άριστα, και το 1967 αποφοιτά από τη Θεολογική σχολή του ιδίου πανεπιστημίου επίσης με άριστα. Παράλληλα σπούδασε Βυζαντινή Μουσική στο Ωδείο Αθηνών. Το 1982 υπέβαλε τη διδακτορική του διατριβή στη Θεολογική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης με τίτλο «Ιστορική και Κανονική θεώρησις του Παλαιοημερολογητικού ζητήματος κατά τε την γένεσιν και την εξέλιξιν αυτού εν Ελλάδι» και ονομάστηκε διδάκτωρ του Κανονικού Δικαίου με βαθμό άριστα. Ήταν πτυχιούχος της γαλλικής και αγγλικής γλώσσας, γνώστης δε της ιταλικής και γερμανικής γλώσσας. Έχει ανακηρυχθεί Επίτιμος Διδάκτωρ των πανεπιστημίων Κραϊόβας και Ιασίου το 2003 και Λατερανού το 2006.
Το 1957, σε ηλικία 18 ετών, ήταν ήδη ψάλτης στην Αγία Ζώνη Κυψέλης όπου συναντά τον διάκονο Καλλίνικο Καρούσο, μετέπειτα Μητροπολίτη Πειραιώς, ο οποίος λειτουργούσε στον ίδιο ναό. Εκείνος θα του γνωρίσει τον 19χρονο τότε Αθανάσιο Λενή, νυν Μητροπολίτη Καλαβρύτων και Αιγιαλείας Αμβρόσιο. Το 1958 οι τρεις κληρικοί ιδρύουν τη μοναστική αδελφότητα «Χρυσοπηγή» στο Παγκράτι, η οποία ασχολούνταν με φιλανθρωπικές και ανθρωπιστικές δραστηριότητες καθώς και με την οργάνωση κατηχητικών σχολείων. Κείρεται μοναχός στις 16 Μαΐου 1961 στην Ιερά Μονή Βαρλαάμ των Μετεώρων, όπου μόλις είχε εγκατασταθεί η αδελφότητα και στις 17 Μαΐου 1961 χειροτονείται διάκονος στον Ιερό Ναό Αγίων Αναργύρων Τρικάλων. Χειροτονήθηκε πρεσβύτερος το 1965, όταν τοποθετείται ως ιεροκήρυκας στον Ιερό Ναό της Κοιμήσεως της Θεοτόκου (Παναγίτσας) στο Παλαιό Φάληρο, όπου έμεινε επί 9 χρόνια. Κατόπιν γραπτών εξετάσεων εισήχθη ως γραμματέας της Ιεράς Συνόδου επί αρχιεπισκοπίας Ιερωνύμου Α και ακολούθως του Αρχιεπισκόπου Σεραφείμ. Στις 18 Ιανουαρίου 1973 ιδρύεται στο Καπανδρίτι το Συνοδικό Μοναστήρι της Παναγίας της «Χρυσοπηγής», το οποίο υπαγόταν απ” ευθείας στην Ιερά Σύνοδο.
Το 1974 εξελέγη Μητροπολίτης Δημητριάδος και Αλμυρού σε ηλικία 35 ετών, ο νεότερος στην Ιεραρχία. Η ενθρόνισή του έγινε στις 4 Αυγούστου 1974 μέσα σε κλίμα ενθουσιασμού, με επευφημίες και ροδοπέταλα. Έλαβε μέρος σε πολλές εκκλησιαστικές αποστολές στο εξωτερικό. Συνέγραψε πλήθος Θεολογικών και ηθικοπλαστικών κειμένων. Αρθρογράφησε στον εκκλησιαστικό τύπο και σε εφημερίδες. Στις 28 Απριλίου 1998 εξελέγη από την ιεραρχία με μεγάλη πλειοψηφία Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος, σε διαδοχή του μακαριστού Σεραφείμ. Η ενθρόνιση του Αρχιεπισκόπου έγινε στις 9 Μαΐου 1998 στον Μητροπολιτικό Ναό Αθηνών, όπου εξεφώνησε τον επιβατήριο λόγο του.
Κατά τα 24 χρόνια που διετέλεσε Μητροπολίτης Δημητριάδος και Αλμυρού, ίδρυσε το «Σπίτι της Γαλήνης του Χριστού» για τους ηλικιωμένους, τη «Χριστιανική Αλληλεγγύη» για τους άπορους, το Κέντρο Συμπαράστασης Οικογένειας και το Συμβουλευτικό Σταθμό Προβλημάτων Εφηβείας.
Καθιέρωσε για πρώτη φορά κληρικολαϊκές συνελεύσεις, δημιούργησε κατασκηνώσεις για παιδιά όλων των ηλικιών, στέκι για τη νεολαία, ραδιοφωνικό σταθμό Ορθόδοξη Μαρτυρία (τον πρώτο για Μητρόπολη εκτός Αθηνών) και ιδιωτικό σχολείο της Μητρόπολης. Χορήγησε υποτροφίες εκ μέρους της Ιεράς Μητρόπολης, και συνεισέφερε στην αποστολή αρρώστων στο εξωτερικό. Επί των ημερών του λειτούργησε Ανοιχτό Πανεπιστήμιο, συγκρότησε ενώσεις για την προστασία της ελληνικής γλώσσας σε συνεργασία με επιστήμονες της περιοχής. Θεμελίωσε ένα κτηριακό συγκρότημα σε μία έκταση περίπου 100 στρεμμάτων στην περιοχή Μελισσάτικα, έξω από τον Βόλο. Σήμερα, εκτός των γραφείων της Μητρόπολης στο συγκρότημα αυτό λειτουργεί συνεδριακό κέντρο. Έμφαση όμως έδινε και στο έμψυχο υλικό της περιοχής. Είναι χαρακτηριστικό ότι όταν πρωτοπήγε στον Βόλο υπήρχαν δώδεκα ιερείς θεολόγοι, ενώ όταν έφυγε άφησε πίσω του περίπου 80.
Παράλληλα αρθρογραφούσε σε πολλά έντυπα.Εξαιτίας ενός άρθρου του, που δημοσιεύτηκε στον τοπικό τύπο, το δημοτικό συμβούλιο του Βόλου, με ψήφισμά του στις 28 Ιουνίου 1984 τον κήρυξε «ανεπιθύμητο» για την πόλη, καθώς θεωρήθηκε ότι με το άρθρο του αυτό είχε «ξεφύγει από τα πλαίσια των θρησκευτικών καθηκόντων του και έβαλλε και κατ” αυτών ακόμη των Δημοκρατικών Θεσμών»
Το 1987 ανέλαβε να τεκμηριώσει και να εκπροσωπήσει την άποψη της Εκκλησίας στα ζητήματα περί Εκκλησιαστικής περιουσίας που είχε θέσει ο τότε Υπουργός Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων Αντώνης Τρίτσης, και ήταν εκ των ομιλητών στο συλλαλητήριο την 1η Απριλίου 1987. Η Ιερά Σύνοδος τον όρισε εκπρόσωπό της στην Επιτροπή Συντάξεως Νέου Καταστατικού Χάρτη της Εκκλησίας το 1988, καθώς επίσης και στο Εθνικό Συμβούλιο Μεταμοσχεύσεων και στο Κέντρο Ελέγχου Ειδικών Λοιμώξεων.
Ο αντιπρόεδρος της Βουλής κ. Γιώργος Σούρλας και ο αρχιμανδρίτης Επιφάνιος Οικονόμου, στενός συνεργάτης του μακαριστού, πρότειναν να στηθεί ο ανδριάντας του μακαριστού Αρχιεπισκόπου μπροστά από τον Μητροπολιτικό ναό του Αγίου Νικολάου Βόλου, ως ένδειξη τιμής στον μεγάλο Ιεράρχη. Την πρόταση άμεσα αποδέχτηκαν ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Δημητριάδος και Αλμυρού κ. Ιγνάτιος, η βουλευτής του ΠΑΣΟΚ κ. Ροδούλα Ζήση και ο αντιδήμαρχος Βόλου κ. Απόστολος Φοινικόπουλος. Ο κ. Σούρλας ζήτησε επίσης να δοθεί η ονομασία «Χριστοδούλου, Αρχιεπισκόπου» σε κεντρικό δρόμο της πόλης του Βόλου.


Ως Αρχιεπίσκοπος
Ο Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος ίδρυσε 14 Ειδικές Συνοδικές Επιτροπές για ένα ευρύ φάσμα προβλημάτων της σύγχρονης ζωής, μερικές από τις οποίες είναι για τα εξής θέματα: Βιοηθική (1988), Ακαδημία Εκκλησιαστικών Τεχνών (1999), Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (1999), Γάμου, Οικογενείας, Προστασίας του Παιδιού και Δημογραφικού Προβλήματος (1999), Χριστιανικών Μνημείων (1999), Θείας και Πολιτικής Οικονομίας και Οικολογίας (1999), Πολιτισμικής Ταυτότητας (1999), Γυναικείων Θεμάτων (1999), Παρακολούθησης των Ολυμπιακών Αγώνων «Αθήνα 2004″ (1999), Αθλητισμού (2006), Μεταναστών, Προσφύγων και Παλλιννοστούντων (2006) κλπ.
Κατά τη διάρκεια της αρχιερατείας του έλαβε και τις ακόλουθες πρωτοβουλίες:
ίδρυσε το 1998 γραφείο αντιπροσωπείας της Εκκλησίας της Ελλάδος στην Ευρωπαϊκή Ένωση, στο Συμβούλιο της Ευρώπης και στην UNESCO, καθώς και ειδική Συνοδική Επιτροπή παρακολούθησης Ευρωπαϊκών Θεμάτων συνέστησε το Ίδρυμα Ψυχοκοινωνικής Αγωγής και Στήριξης «Διακονία» το 1999 για την αντιμετώπιση κοινωνικών προβλημάτων με έμφαση στους τοξικομανείς, ενώ παρείχε και κέντρο πρόληψης, ίδρυσε τη «Στέγη Μητέρας» το ίδιο έτος για τη στήριξη ανύπανδρων μητέρων και κακοποιημένων γυναικών, ίδρυσε το Κέντρο Στήριξης Οικογένειας (ΚΕ.Σ.Ο.) για τη μέριμνα για τα θύματα εμπορίας και παράνομης διακίνησης προσώπων, δημιούργησε αλυσίδα βρεφονηπιακών σταθμών για την στήριξη απόρων και πολύτεκνων οικογενειών ανέπτυξε το Γραφείο Νεότητας με κατασκηνώσεις, αθλητικές δραστηριότητες, ραδιόφωνο, φοιτητικές συνάξεις, σχολές βυζαντινής μουσικής, συνάξεις και άλλα.
Από το 2002 λειτουργεί η Αλληλεγγύη, μία μη κυβερνητική οργάνωση της Εκκλησίας της Ελλάδος. Μερικές από τις χώρες που δέχθηκαν την ποικιλόμορφη προσφορά ανθρωπιστικής βοήθειας (τρόφιμα, ρούχα, φάρμακα, τεχνολογικό υλικό, βιβλία και άλλα): Αιθιοπία, Αλβανία, Αρμενία, Αφγανιστάν, Βουλγαρία, Γεωργία, Ερυθραία, Ζιμπάμπουε, Ιορδανία, Ινδία, Ιράκ, Καζακστάν, Λίβανος, Μαυροβούνιο, Μπεσλάν (Β. Οσετία), Ν.Α. Ασία, Νότια Αφρική, Ουζμπεκιστάν, Ουκρανία, Πακιστάν, Παλαιστίνη, Πολωνία, Ρουμανία, Σερβία, Συρία, Τουρκία, Τσεχία. Στο πλαίσιο της «Αλληλεγγύης» εγκαινιάστηκε το 2005 ο ξενώνας «Στοργή» με στόχο να «φιλοξενεί, περιθάλπει, ανακουφίζει και επανεντάσσει στην κοινωνία δεκάδες ταλαιπωρημένες και πληγωμένες γυναίκες και να δεχθεί στους κόλπους του κάθε νέα περίπτωση οικογενειακής ή άλλης βίας».
Επίσης καθιερώθηκε η επιδότηση τρίτου παιδιού στα πλαίσια «προγράμματος στήριξης χριστιανικών οικογενειών της Θράκης» με τη μορφή μηνιαίου επιδόματος 35.000-40.000 δραχμών ανά παιδί ανά μήνα, με θετικά αποτελέσματα προς την κατεύθυνση της αύξησης των γεννήσεωνμε τον αριθμό «των γεννηθέντων ως τρίτων τέκνων…δι” έκαστον των ετών εφαρμογής αυτού, υπερδιπλάσιο των προ της εφαρμογής του Προγράμματος ετών». Το πρόγραμμα αυτό συνάντησε ορισμένες αντιδράσεις επειδή δεν δίνονταν στους μουσουλμάνους της περιοχής. Η Ιερά Σύνοδος με επιστολή της απάντησε λέγοντας πως καταβάλλει το επίδομα μόνο στις χριστιανικές οικογένειες επειδή σε αυτές μόνο έχει πρόσβαση αφού αυτές είναι μέλη της, ενώ έθιξε και ζήτημα διαρκούς απραξίας των κατηγόρων του προγράμματος. Σύμφωνα με τα στοιχεία των ληξιαρχείων, το μέτρο της Ιεράς Συνόδου βοήθησε να αυξηθεί η γεννητικότητα των χριστιανικών οικογενειών καθώς οι οικογένειες που απέκτησαν τρίτο παιδί έφτασαν μέσα σε τέσσερα χρόνια τις 800 από περίπου 100.
Επίσης επί των ημερών του έγινε διοργάνωση πλήθους συνεδρίων και ημερίδων, είτε με τη συμμετοχή του, είτε υπό την αιγίδα του, για σειρά σύγχρονων θεμάτων της Θεολογίας, όπως οι αιρέσεις, οι ιερατικές κλίσεις και η κατήχηση. Τέλος αναβαθμίστηκε ο ραδιοφωνικός σταθμός της Ελλαδικής Εκκλησίας, που απέκτησε πρόγραμμα, και εκσυγχρονίστηκαν έντυπα όπως ο «Εφημέριος» και η «Εκκλησία», όπως και εκδόθηκε το περιοδικό «Τόλμη». Αρκετές μητροπόλεις επίσης απέκτησαν τη δική τους ιστοσελίδα, ενώ αξιοποιώντας κοινοτικά κονδύλια εκδίδουν ηλεκτρονικά πιστοποιητικά και έγγραφα.

Αντιπαράθεση με την Πολιτεία
Ο δημόσιος λόγος του Αρχιεπισκόπου για ζητήματα που πολλές φορές άπτονται της πολιτικής, με την ευρεία έννοια, έφερνε συχνά αντιδράσεις. Οι φιλικές απόψεις που διατυπώνονταν σχετίζονταν με το δικαίωμα κάθε πολίτη της χώρας να μιλά για όποιο θέμα επιλέγει, ενώ ο αντίλογος ζητούσε ουσιαστικά ο λόγος του Αρχιεπισκόπου να μην περιέχει κρίσεις σε έντονο ύφος που θα μπορούσαν να εκληφθούν ως αντιπολιτευτικές και ως χρησιμοποίηση της θέσης ισχύος του Αρχιεπισκόπου για επιρροή του ευσεβούς λαού.
Αυτές οι ρήξεις οδήγησαν επανειλημμένα σε δημόσιες αντιπαραθέσεις όπου εμπλέκονταν και τα ΜΜΕ. Στελέχη της αριστεράς, και άλλοι εκπρόσωποι της πολιτικής ζωής, συχνά εναντιώνονταν δημόσια στις εκάστοτε δηλώσεις του Αρχιεπισκόπου. Την παραίτηση του αρχιεπισκόπου Χριστόδουλου είχε ζητήσει ο πρόεδρος του Συνασπισμού, Αλέκος Αλαβάνος, εξαιτίας κειμένου που αποκαλούσε «νέους Διοκλητιανούς» όσους ζητούν χωρισμό κράτους-Εκκλησίας, δηλώνοντας ότι «χρησιμοποιεί το θρησκευτικό συναίσθημα για να διχάσει τον λαό σε πιστούς και σε άπιστους».

Ο Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος
Το πρόσωπο του Αρχιεπισκόπου συνδέθηκε άμεσα με μία μεγάλη σύγκρουση μεταξύ Εκκλησίας και Πολιτείας, που ξέσπασε το 2000, σε σχέση με την αναγραφή του θρησκεύματος στις ελληνικές αστυνομικές ταυτότητες. Στις 8 Μαΐου 2000, ένα μόλις μήνα μετά τις εκλογές, ο Υπουργός Δικαιοσύνης Μιχάλης Σταθόπουλος σε συνέντευξη στην εφημερίδα Έθνος δήλωσε ότι η αναγραφή του θρησκεύματος στις αστυνομικές ταυτότητες είναι αντίθετη με το νόμο 2472/1997 για την προστασία των προσώπων από την επεξεργασία προσωπικών δεδομένων. Στην ίδια συνέντευξη αναφέρθηκε και σε μία σειρά άλλων μέτρων που αφορούν στις σχέσεις Εκκλησίας-Πολιτείας, όπως πολιτικός γάμος, πολιτικός όρκος κοκ. Λίγες ημέρες αργότερα, στις 16 Μαΐου 2000, η Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων λαμβάνει μία απόφαση – σταθμό με την οποία κρίνει ότι το θρήσκευμα πρέπει να απαλειφθεί από τις ταυτότητες. Ο Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος αντιτάχθηκε σθεναρά στην απόφαση, ισχυριζόμενος ότι προστάχθηκαν «από νεο-διανοούμενους που θέλουν να μας επιτεθούν σα σκυλιά και να μας κόψουν τις σάρκες». Το όλο ζήτημα τελικά έλαβε διχαστικό χαρακτήρα, καθώς η Εκκλησία παρουσιάστηκε ανυποχώρητη στο αίτημά της, και προκάλεσε την ανταλλαγή βαρέων φράσεων και χαρακτηρισμών, τη στιγμή που ήταν προβλέψιμο ότι η ελληνική έννομη τάξη καθώς και η πάγια νομολογία του ΕΔΑΔ δεν επέτρεπαν το αίτημα της Εκκλησίας.
Ο πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Σημίτης απαντώντας σε ερώτηση στη Βουλή στις 24 Μαΐου δηλώνει αντίθετος με την αναγραφή του θρησκεύματος. Το ζήτημα λαμβάνει διαστάσεις και η Ιερά Σύνοδος αποφασίζει να αντιδράσει αρχικά με τη διοργάνωση δύο λαοσυνάξεων: μία στη Θεσσαλονίκη στις 14 Ιουνίου και μία στην Αθήνα στις 21 Ιουνίου. Η διάσταση απόψεων Εκκλησίας-Πολιτείας παρέμενε αγεφύρωτη και έτσι η Εκκλησία αποφάσισε τη συλλογή υπογραφών αιτούμενη τη διενέργεια δημοψηφίσματος για το εν λόγω θέμα. Η συλλογή υπογραφών καλούσε στην ενεργοποίηση του άρθρου 44 του Συντάγματος περί διενέργειας δημοψηφισμάτων και ξεκίνησε στις 14 Σεπτεμβρίου 2000. Μετά από έναν περίπου χρόνο, στις 29 Αυγούστου 2001 ο Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος παρέδωσε τις περίπου 3 εκατομμύρια υπογραφές, κατά τα στοιχεία της Εκκλησίας, στον Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας Κωνσταντίνο Στεφανόπουλο. Το αίτημα για δημοψήφισμα δεν έγινε δεκτό. Ο τότε αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης Κώστας Καραμανλής συνυπέγραψε και αυτός στις 24 Σεπτεμβρίου 2000, όμως όταν λίγα χρόνια αργότερα κέρδισε τις εκλογές η Νέα Δημοκρατία και ο ίδιος έγινε πρωθυπουργός δεν άνοιξε ποτέ ξανά το θέμα καθώς η κυβέρνηση Καραμανλή δεσμευόταν από τις αποφάσεις της ελληνικής διοικητικής δικαιοσύνης .
Η αντιπαράθεσή του στο θέμα αυτό με την πολιτεία τον έκανε περισσότερο δημοφιλή και αποδεκτό στον ελληνικό λαό. Όμως η αποδοχή της εκκλησίας ως κοινωνικού θεσμού που υπερασπίζεται τις κοινωνικές αξίες κατέρρευσε όταν αποκαλύφθηκαν πολλά σκάνδαλα διαφθοράς εντός των κόλπων της. Σε κάποια από αυτά εμπλεκόταν και στενοί συνεργάτες του Αρχιεπισκόπου.

Δηλώσεις για τη δικτατορία
Ο Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος, τότε γραμματέας της Ιεράς Συνόδου, αριστερά του μέσου της εικόνας, πίσω από τον Αντιβασιλέα Γ. Ζωϊτάκη, ως εκπρόσωπος του τότε Αρχιεπισκόπου, στην τελετή παράδοσης του Καταστατικού Χάρτη της Εκκλησίας της Ελλάδος από τον δικτάτορα Παπαδόπουλο στον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο, 1 Μαρτίου 1969
Προκάλεσε δημόσιο σχολιασμό η δήλωσή του περί άγνοιας για τα τραγικά σύμβαντα στη διάρκεια της δικτατορίας 1967-74. Για την ιστορία, η ακριβής δήλωση του Αρχιεπισκόπου είχε δοθεί ως απάντηση στο αν γνώριζε περί βασανιστηρίων κατά τη διάρκεια της δικτατορίας, και ήταν η εξής:
«Ομολογώ ότι δεν ήξερα πως γίνονταν βασανιστήρια, πως υπήρχε ΕΑΤ-ΕΣΑ. Όλα αυτά ήρθαν στο φως μετά. Δεν πειράζει, μπορεί να τα ήξερε ο τότε αρχιεπίσκοπος, αν τα ήξερε και σιώπησε έκανε άσχημα. Στον κύκλο μου δεν είχα ακούσει τέτοια πράγματα, δεν άκουγα ξένους σταθμούς, εκ των υστέρων τα έμαθα. Θα πει κανείς ότι ήμουν βαθιά νυχτωμένος. Μπορεί γιατί εγώ τότε σπούδαζα».
Ο Μητροπολίτης Ζακύνθου, ο οποίος φερόταν ως αντιπολιτευόμενος επίσκοπος, είχε δηλώσει πως πιστεύει ότι ο Αρχιεπίσκοπος ψεύδεται, γιατί ένα διάστημα της περιόδου της Επταετίας -συγκεκριμένα, από το 1968 έως το 1974- ήταν γραμματέας της Ιεράς Συνόδου. Από τη θέση αυτή ήταν υποχρεωμένος να διαβάζει τις επίσημες επιστολές του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών προς την Ιερά Σύνοδο, στις οποίες διαμαρτυρόταν για τα βασανιστήρια που λάμβαναν χώρα στην Ελλάδα την περίοδο εκείνη και ο τότε Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος ουδέν απολύτως είχε πράξει.

Ασθένεια και θάνατος
Toν Ιούνιο του 2007 διαγνώστηκε ότι ο Αρχιεπίσκοπος πάσχει από καρκίνο του παχέος εντέρου και χειρουργήθηκε με επιτυχία για την αφαίρεση του όγκου. Κατά τη διάρκεια της θεραπείας όμως διαγνώστηκε και δεύτερος καρκίνος στο ήπαρ, καθώς και κίρρωση, που ήταν αποτέλεσμα χρόνιας ηπατίτιδας. Τον Αύγουστο της ίδιας χρονιάς μεταφέρθηκε στις ΗΠΑ και τέθηκε σε αναμονή εύρεσης μοσχεύματος, προκειμένου να γίνει μεταμόσχευση ήπατος. Αν και το μόσχευμα βρέθηκε, κατά τη χειρουργική επέμβαση στις 8 Οκτωβρίου δεν έγινε η μεταμόσχευση, καθώς διαπιστώθηκαν πολλαπλές μεταστάσεις. Λίγες εβδομάδες αργότερα επέστρεψε στην Ελλάδα όπου συνέχισε τη θεραπεία του.

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

«Σταθείτε όλοι όρθιοι στις επάλξεις σας και μη ξεπουλήσετε τα πρωτοτόκια μας. Διδάξτε στα παιδιά σας την αλήθεια, όπως την εβίωσαν οι αείμνηστοι Πατέρες μας. Ο λαός μας ξέρει να υπερασπίζεται τα ιερά και τα όσιά του. Το έχει κατ' επανάληψιν αποδείξει. Και θα το αποδείξει και πάλι. Αντίσταση και Ανάκαμψη. Για να ξαναβρούμε ό,τι έχουμε χάσει, για να υπερασπισθούμε ό,τι κινδυνεύει».

Aρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος.
7 χρόνια από την κοίμηση του.

Δημοσίευση σχολίου

Οι όροι χρήσης που ισχύουν για τη δημοσίευση των σχολίων, έχουν ως εξής: Σχόλια ανώνυμα, σχόλια τα οποία είναι υβριστικά ή περιέχουν χαρακτηρισμούς ή ανώνυμες καταγγελίες που δεν συνοδεύονται από αποδείξεις θα αφαιρούνται. Η "Ιτέα Καρδίτσας" δεν παρεμβαίνει σε καμία περίπτωση για να αλλοιώσει το περιεχόμενο ενός σχολίου εφόσον πληρεί τις προϋποθέσεις. Σε καμιά περίπτωση τα σχόλια δεν αντιπροσωπεύουν την "Ιτέα Καρδίτσας". Επίσης ο διαχειριστής διατηρεί το δικαίωμα να αφαιρεί οποιοδήποτε σχόλιο θεωρεί ότι εμπίπτει στις παραπάνω κατηγορίες. Με την αποστολή ενός σχολίου αυτόματα αποδέχεστε και τους όρους χρήσης.

Ο διαχειριστής